Δευτέρα 11 Φεβρουαρίου 2013

Βενέδικτος 16ος: Ενας Πάπας στη δίνη των σκανδάλων

Όταν εξελέγη Πάπας, τον Απρίλιο του 2005, ο Γερμανός Γιόζεφ Ράτζινγκερ θεωρήθηκε μια ήπια λύση και έγινε δεκτός ως ένας ενδιαφέρων, συντηρητικός διανοούμενος, αλλά σύντομα βρέθηκε εμπλεκόμενος στη δίνη απανωτών σκανδάλων, με κυριότερο αυτό της επί δεκαετίες σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών και νέων από καθολικούς ιερείς.
Κάποιοι άλλοι θα περίμεναν να ακούσουν αυτή την είδηση της παραίτησης, λίγα χρόνια πριν. Όχι για λόγους φυσικής αδυναμίας, αλλά για από ευθιξία απέναντι στο τσουνάμι σκανδάλων που έριχνε βαριά την σκιά του στην Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία.
Οι σοκαριστικές αποκαλύψεις για την επί δεκαετίες σεξουαλική κακοποίηση παιδιών και νέων σε καθολικά ιδρύματα και σχολεία πολλών ευρωπαϊκών χωρών, κυρίως στην Ιρλανδία, αλλά και στην Γερμανία, την Αυστρία, την Ολλανδία, τις ΗΠΑ και την Βραζιλία, συγκλόνισαν τους πιστούς το 2009-2010.
Έντονες ήταν οι αντιδράσεις για το πέπλο σιωπής και την εγκληματική συνενοχή των ιερέων που κάλυπταν τους δράστες και τους μετέφεραν από ενορία σε ενορία, ενδιαφερόμενοι περισσότερο για την άσπιλη εικόνα της Εκκλησίας παρά για τα θύματα.
Ο Ποντίφικας μπορεί να ζήτησε συγγνώμη από τα θύματα στην Ιρλανδία, αλλά δεν κατόρθωσε να μείνει εκτός του σκανδάλου. Η παράδοξη “ομερτά” που προστάτευε τους ενόχους, τον έφερε σε πολύ δύσκολη θέση, εφόσον καταγγέλθηκε ο ίδιος για συγκάλυψη παιδεραστών ιερέων.
                            «Δεν θα μας λείψει ο Βενέδικτος»
Μεταξύ άλλων κατηγορήθηκε ότι την εποχή που ήταν αρχιεπίσκοπος στο Μόναχο (1977-81) δεν εμπόδισε την μεταφορά σε ενορία της πόλης, ενός παιδεραστή ιερέα που επρόκειτο να ενταχθεί σε «θεραπευτικό» πρόγραμμα. Την ευθύνη για την μεταφορά ανέλαβε ο τότε βοηθός του Βενέδικτου.
Το σκάνδαλο ήταν τέτοιο, ώστε ορισμένοι ζητούσαν ακόμη και παραίτηση του Πάπα, ενώ το Βατικανό έκανε λόγο για «συνωμοσία» και «καμπάνια σπίλωσης». Δεν είναι λίγοι πάντως αυτοί που κατηγορούν τον Βενέδικτο για μείωση της αξιοπιστίας της Καθολικής Εκκλησίας και αμαύρωση της εικόνας της.
Ενδεικτική είναι η αντίδραση μιας εκ των οργανώσεων των θυμάτων σεξουαλικής κακοποίησης από καθολικούς ιερείς στην Ιρλανδία, η οποία μετά την είδηση της παραίτησης, αναφέρει σε ανακοίνωσή της ότι ο Βενέδικτος δεν τήρησε τις υποσχέσεις για απονομή δικαιοσύνης:
«Φοβάμαι ότι ο Πάπας Βενέδικτος δεν θα μας λείψει, καθώς το Βατικανό, συνέχισε να μπλοκάρει τις έρευνες για τα σκάνδαλα κακοποίησης κατά την θητεία του. Ούτε έχουμε κάποια προσδοκία ότι θα αλλάξουν τα πράγματα, εξαιτίας όλων αυτών των συντηρητικών Καρδινάλιων που διόρισε».

                                                «Το ροτβάιλερ του Θεού»
Το 2005, όταν εξελέγη ο Βενέδικτος ήταν ήδη 78 ετών και ένας από τους πιο γηραιούς Ποντίφικες. Ο ίδιος ετοιμαζόταν να βγει στην σύνταξη όταν πέθανε ο Πάπας Ιωάννης Παύλος ΙΙ και είχε πει ότι δεν ήταν επιθυμία του να γίνει Πάπας. Αν κάποιοι από αυτούς που τον εξέλεξαν, φανταζόταν μια σύντομη, ατάραχη θητεία, που θα προετοίμαζε την μετάβαση σε μια νέα εποχή, σίγουρα θα απογοητεύτηκαν, επισημαίνει το BBC, αφού ο Βενέδικτος βρέθηκε στην μέση μιας από τις πιο τρικυμιώδεις περιόδους στην ιστορία της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας.
Πριν την εκλογή του, ο Ράτζινγκερ ήταν επί 24 χρόνια μία από τις κυρίαρχες φυσιογνωμίες στο Βατικανό, ως επικεφαλής της Συνέλευσης των Καρδιναλίων για το Δόγμα της Πίστεως, μια θέση που του έδινε την δυνατότητα να εποπτεύει πολλές υποθέσεις κακοποίησης από την πλευρά των ιερέων. Αυτό το πόστο ισχύος στάθηκε η αιτία για το παρατσούκλι «Το ροτβάιλερ του Θεού».
Ο Βενέδικτος ήταν ο όγδοος κατά σειρά Γερμανός που έγινε Πάπας. Μιλά πολλές γλώσσες και έχει αδυναμία στον Μότσαρτ και τον Μπετόβεν. Στο βιβλίο του, ο αδελφός του Ποντίφικα, Γκ. Ράτζινγκερ αποκάλυψε την πιο γήινη πλευρά του Πάπα, λέγοντα ότι ο Βενέδικτος πλένει πιάτα, γράφει επιστολές, εξασκείται στις ξένες γλώσσες για να προφέρει σωστά τις ευχές τις οποίες απευθύνει στους πιστούς και το βράδυ βλέπει μόνο ειδήσεις στην τηλεόραση, αλλά φροντίζει να μην χάνει τις ταινίες που αναφέρονται στο Βατικανό. Τόνιζε μάλιστα ότι ο αδελφός του δεν έχει αλλάξει μετά την ανάδειξή του στην κορυφή της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας και παραμένει «μετρημένος και ευγενικός όπως ήταν πάντα».