Τετάρτη 22 Μαΐου 2013

50 χρόνια από τη δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη

Σήμερα, 22 Μάη συμπληρώνονται 50 χρόνια από τη δολοφονία,στη Θεσσαλονίκη,του βουλευτή και αντιπροέδρου της Ελληνικής Επιτροπής για τη Διεθνή Υφεση και Ειρήνη, Γρηγόρη Λαμπράκη.

Ο Γρηγόρης Λαμπράκης γεννήθηκε στην Κερασίτσα της Τεγέας στο Νομό Αρκαδίας στις 3 Απρίλη του 1912.
Το 1934 μετακόμισε στην Αθήνα για να γραφτεί στην Ιατρική Σχολή και την ίδια χρονιά έκανε τα πρώτα βήματά του στον αθλητισμό. Στη διάρκεια των φοιτητικών του χρόνων κέρδισε 12 χρυσά μετάλλια σε βαλκανικούς αγώνες στο άλμα εις μήκος και στις αποστάσεις 100 και 200 μέτρων.

Το 1940 πήρε το πτυχίο του. Το 1943 πρωτοστάτησε στην ίδρυση της Ενωσης Ελλήνων Αθλητών, η οποία διοργάνωσε στη συνέχεια αγώνες για την ενίσχυση των λαϊκών συσσιτίων.
Έπειτα από τον πόλεμο εκπόνησε τη διδακτορική του διατριβή στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και ανακηρύχθηκε σε υφηγητή στο ίδιο πανεπιστήμιο.
Το 1961 εκλέχθηκε βουλευτής με τον εκλογικό συνδυασμό ΠΑΜΕ (Πανδημοκρατικό Αγροτικό Μέτωπο ο οποίος προέκυψε ως εκλογική συνεργασία της ΕΔΑ με το Εθνικό Αγροτικό Κόμμα). Παράλληλα ανέπτυξε πρωτοπόρα δράση στην οργάνωση και τους αγώνες της Ελληνικής Επιτροπής για τη Διεθνή Υφεση και Ειρήνη.
Ο  Γρηγόρης   Λαμπράκης είχε γίνει πανελλαδικά γνωστός έπειτα από την απαγόρευση της Α' Μαραθώνιας Πορείας Ειρήνης,στις 21 Απρίλη 1963 .
Παρά τις εκατοντάδες συλλήψεις, ακόμα και ξένων αντιπροσωπειών, ο Λαμπράκης αποφάσισε να πορευτεί μόνος του προς την Αθήνα μέχρι που συνελήφθη.
Αμέσως μετά μετέβη στο Λονδίνο για να συμπαρασταθεί στους Έλληνες, Κύπριους και Άγγλους διαδηλωτές που ζητούσαν την απελευθέρωση πολιτικών κρατουμένων στην Ελλάδα.
Στόχος των διαδηλωτών ήταν η βασίλισσα Φρειδερίκη, η οποία βρισκόταν στην αγγλική πρωτεύουσα προκειμένου να παραστεί σε βασιλικούς γάμους.
                                                                       Το κλίμα της εποχής
Το 1963 αποτέλεσε χρονιά έντονων ανακατατάξεων στο πολιτικό σύστημα που οικοδομήθηκε στη μετεμφυλιακή Ελλάδα.
Ο πρωθυπουργός και πρόεδρος της ΕΡΕ Κωνσταντίνος Καραμανλής προωθούσε συνταγματική αναθεώρηση, με στόχο την αφαίρεση αρμοδιοτήτων από το Παλάτι και την ενίσχυση της κυβέρνησης.
Η αναθεώρηση του συντάγματος αποτελούσε ουσιαστικά ένα ακόμα επεισόδιο στη διαπάλη ανάμεσα στα διαφορετικά κέντρα πολιτικής εξουσίας που κληροδότησε ο Εμφύλιος.
Από τη μια πλευρά υπήρχε το Παλάτι με σημαντική επιρροή και εξουσίες στο Στρατό.Στο πλάι του Παλατιού υπήρχε η κυβέρνηση και δίπλα στην κυβέρνηση μπορούσε να διακρίνει κανείς τη δράση δεκάδων κρατικών και «παρακρατικών» οργανώσεων που είχαν ιδρυθεί για την καταπολέμηση του κομμουνισμού και στο εσωτερικό τους δρούσαν και ξένες μυστικές υπηρεσίες.
Οι «παρακρατικές» οργανώσεις συνιστούσαν ουσιαστικά προέκταση του κρατικού μηχανισμού καταστολής.   
Πώς δολοφονήθηκε
Το βράδυ της 22ας Μαΐου του 1963, οι βουλευτές της ΕΔΑ Γρηγόρης Λαμπράκης και Γιώργος Τσαρουχάς απευθύνουν ομιλία στην εκδήλωση των «Φίλων της Ειρήνης» στη Θεσσαλονίκη. 
Το τρίκυκλο του Γκοτζαμάνη
Όμως από νωρίς γύρω από το χώρο της προγραμματισμένης συγκέντρωσης είχε διοργανωθεί αντι-συγκέντρωση από «παρακρατικές» ομάδες υπό την προφανή κάλυψη των αρχών καταστολής, οι οποίες όχι μόνο δεν αποπειράθηκαν να σταματήσουν τις επιθέσεις των «παρακρατικών» εναντίον όσων προσέρχονταν στο χώρο της εκδήλωσης, αλλά και συμμετείχαν ενεργά σε αυτές.
Εξάλλου, όπως αποδείχθηκε και τα επόμενα χρόνια οι συγκεντρωμένοι ανήκαν στην «παρακρατική» οργάνωση «Καρφίτσα», η οποία καθοδηγούνταν από την Ασφάλεια και τη Χωροφυλακή της Θεσσαλονίκης. 
Ο Γρηγόρης Λαμπράκης κατόρθωσε να φτάσει στα γραφεία του Δημοκρατικού Συνδικαλιστικού Κινήματος στις 8.30 μ.μ. διερχόμενος μέσα από τους 100 περίπου παρακρατικούς και αφού δέχτηκε επίθεση με αποτέλεσμα να τραυματιστεί ελαφρά στο σώμα και το κεφάλι.
Παρά τον τραυματισμό του, μίλησε κανονικά στους συγκεντρωμένους. Μετά το τέλος της ομιλίας (περίπου στις 10 μ.μ.) οι συγκεντρωμένοι παρακρατικοί χρησιμοποιώντας τις γροθιές τους, αλλά και ομπρέλες, γκλομπς και πέτρες επιτέθηκαν σε όσους αποχωρούσαν από την ομιλία.
Ανάμεσα στους τραυματίες από τις επιθέσεις των τραμπούκων ήταν και ο βουλευτής της ΕΔΑ στην Καβάλα και μέλος του ΚΚΕ Γιώργος Τσαρουχάς.
Ο Γιώργος Τσαρουχάς κακοποιήθηκε μπροστά στους αστυνομικούς, όταν ζήτησε την απομάκρυνση των ακροδεξιών.
Ο Γρηγόρης Λαμπράκης αποχώρησε μισή ώρα αργότερα από αυτά τα επεισόδια, συνοδευόμενος από τέσσερα άτομα και με κατεύθυνση το ξενοδοχείο «Κοσμοπολίτ», όπου διέμενε.
Όμως στη διασταύρωση των οδών Βενιζέλου και Ερμού ένα τρίκυκλο με οδηγό τον Σπύρο Γκοτζαμάνη κατευθύνθηκε εναντίον του Λαμπράκη και ο Μανόλης Εμμανουηλίδης που βρισκόταν στο πίσω μέρος του κατάφερε με λοστό ένα χτύπημα στο κεφάλι. 
Βαρύτατα τραυματισμένος ο Γρηγόρης Λαμπράκης μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο ΑΧΕΠΑ, όπου παρά τις προσπάθειες των γιατρών και των νευροχειρούργων που ήρθαν από άλλες χώρες προκειμένου να τον εξετάσουν, δεν κατόρθωσε να επιβιώσει.

                        Η αποκάλυψη - Ο ρόλος των Μ. Χατζηαποστόλου και Γ. Σωτηρχόπουλου
Έπειτα από την επίθεση στον Λαμπράκη ο Γκοτζαμάνης ανέπτυξε ταχύτητα με σκοπό να εξαφανιστεί. Ωστόσο, εκείνη την ώρα πήδηξε στο πίσω μέρος του τρίκυκλου και ενώ αυτό βρισκόταν εν κινήσει, ο Μανόλης Χατζηαποστόλου.
Μετά από μάχη στην καρότσα του τρίκυκλου, ο Χατζηαποστόλου κατόρθωσε να αφοπλίσει και στη συνέχεια να εξουδετερώσει τον Εμμανουηλίδη. Έπειτα, έσπασε το διαχωριστικό τζάμι του τρίκυκλου και με ένα κομμάτι γυαλί προσπαθούσε να τρυπήσει τον Γκοτζαμάνη με σκοπό να τον αναγκάσει να σταματήσει.
Ο Γκοτζαμάνης σταμάτησε έξω από μια λέσχη της Χωροφυλακής, φωνάζοντας ότι οι κομμουνιστές προσπαθούν να τον σκοτώσουν. Την ώρα που ο φρουρός της λέσχης και ένας διερχόμενος πυροσβέστης κατευθύνθηκαν προς το τρίκυκλο ο Γκοτζαμάνης επιτέθηκε με ένα γκλομπ στον Χατζηαποστόλου. Ο χωροφύλακας και ο πυροσβέστης στη συνέχεια αφόπλισαν τον Γκοτζαμάνη και μετέφεραν τον Χατζηαποστόλου στο νοσοκομείο ΑΧΕΠΑ.
Για το σάλτο του πάνω στο τρίκυκλο αποδόθηκε στον Χατζηαποστόλου το προσωνύμιο «Τίγρης».
 
Ενα άλλο πρόσωπο που είχε καθοριστικό ρόλο στην αποκάλυψη των πρωταγωνιστών της δολοφονίας του Λαμπράκη ήταν ο επιπλοποιός Γιώργος Σωτηρχόπουλος. Ο Σωτηρχόπουλος συνεργαζόταν επαγγελματικά με τον Γκοτζαμάνη, μιας και του μετέφερε με το τρίκυκλο έπιπλα σε διάφορα εμπορικά μαγαζιά. Τη μέρα της δολοφονίας του Λαμπράκη συναντήθηκε με τον Γκοτζαμάνη προκειμένου να του αναθέσει ορισμένες μεταφορές για το απόγευμα.
Ωστόσο, ο Γκοτζαμάνης του είπε ότι δεν μπορούσε τη συγκεκριμένη μέρα, αφού θα έκανε τη μεγαλύτερη τρέλα της ζωής του που μπορούσε να φτάσει ως και τη δολοφονία.
Όταν την επόμενη μέρα ο Σωτηρχόπουλος έμαθε από τις εφημερίδες για τον Λαμπράκη και το ρόλο του Γκοτζαμάνη απευθύνθηκε αρχικά στα γραφεία της ΕΔΑ και στη συνέχεια στον εισαγγελέα, παρά το γεγονός ότι ήταν απολιτικοποίητος μέχρι εκείνη τη στιγμή και καταγόταν από οικογένεια Χωροφυλάκων και υποστηρικτών της ΕΡΕ.
Επίσης, επέμεινε στην κατάθεσή του, παρά την επίθεση που του έγινε την ίδια μέρα και την προσπάθεια εξαγοράς του.
Στη συνέχεια και λόγω των συνεπειών που είχε από τη συμμετοχή του στην υπόθεση, μετακόμισε στην Αθήνα μαζί με την οικογένειά του.
Στην Αθήνα οι Χατζηαποστόλου και Σωτηρχόπουλος δέχτηκαν και απόπειρα δωροδοκίας από τον τέως διευθυντή της Χωροφυλακής Καμουτσή, την οποία και αποκάλυψαν, με αποτέλεσμα τη δίωξή του. Ωστόσο, ένα χρόνο μετά τα Ιουλιανά διώχτηκαν για ψεύτικη καταγγελία με αποτέλεσμα να μείνουν στη φυλακή για 9 περίπου μήνες. Αποφυλακίστηκαν στις 19 Απρίλη του 1967.

                         Οι λαϊκές εκδηλώσεις στην κηδεία του Γρηγόρη Λαμπράκη
Η δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη προκάλεσε ένα κύμα οργής σε ολόκληρη τη χώρα. Δεκάδες χιλιάδες κόσμου, μια πραγματική λαοθάλασσα συνόδευσαν τη σορό του Γρηγόρη Λαμπράκη στο Α' Νεκροταφείο.
Η  ΚΕ του ΚΚΕ  σημείωνε σε ανακοίνωσή της στις 27 Μάη του 1963:
«Τιμώντας τον άξιο μαχητή της ειρήνης και της δημοκρατίας, η εργατική τάξη και όλος ο λαός, αψηφώντας τις κυβερνητικές απαγορεύσεις, θα δυναμώσει τις αγωνιστικές αυτές εκδηλώσεις, και την ημέρα της κηδείας του με απεργίες, συγκεντρώσεις και διαδηλώσεις θα εκδηλώσει τη διαμαρτυρία του και θα διατρανώσει τη θέληση και την απόφασή του να παλέψει ενωμένος για την αποπομπή της κυβέρνησης του αίματος, την άμεση τιμωρία των δολοφόνων, τη διάλυση των νεοφασιστικών συμμοριών».
Για τη δολοφονία του Λαμπράκη κατηγορήθηκαν ως ηθικοί αυτουργοί 23 αξιωματικοί της Χωροφυλακής. Αλλοι δέκα ενήργησαν επιλήψιμα, αλλά δε θεωρήθηκαν υπαίτιοι. Με την απόφαση για τη δίκη Λαμπράκη που εκδόθηκε εν τέλει στις 30 Δεκέμβρη του 1966 καταδικάστηκαν ο Γκοτζαμάνης και ο Εμμανουηλίδης σε 11 και 8,5 χρόνια φυλάκισης αντίστοιχα, ενώ 9 ακόμα καταδικάστηκαν σε ποινές από 3 ως 15 μήνες φυλάκισης.
Επειτα από την επιβολή της στρατιωτικής δικτατορίας, το σύνολο των εμπλεκόμενων αφέθηκαν ελεύθεροι.

Σημαντικό ρόλο στην καταδίκη ειδικότερα των αξιωματικών της Χωροφυλακής και στην ανάδειξη των σχέσεων κράτους - παρακράτους διαδραμάτισε ο αντιεισαγγελέας Εφετών Παύλος Δελαπόρτας, ο οποίος έπειτα από την επιβολή της στρατιωτικής δικτατορίας απομακρύνθηκε από το δικαστικό σώμα.
Στην εισαγγελική πρόταση κατά τη διάρκεια της δίκης είχε αναφέρει χαρακτηριστικά:
«Εάν ως προς τους κατηγορούμενους αξιωματικούς και ιδία προς τους επί συνεργεία εις την ανθρωποκτονίαν κατηγορούμενους, επρότεινα διάφορόν τι των όσων κατ' ακολουθίαν των προεκτεθέντων, θέλω προτείνει Υμίν κατωτέρω, φοβούμαι ότι θα ωμοίαζα με τους πλοιάρχους εκείνους οι οποίοι εν ώρα ναυαγίου (ως διά τελευταίαν φορά συνέβη με τον "Τιτανικόν") προτιμούν να διασώσουν τους επίσημους και διακεκριμένους επιβάτας των της πρώτης θέσεως...'Η ότι θα εκινδύνευα να θεωρηθώ ως απόγονος των κατοίκων της Βιβλικής εκείνης χώρας του Γωγ ή του Μαγώγ, εις την οποίαν "οι άνθρωποι είχον οφθαλμούς διά να μη βλέπωσι και ώτα διά να μη ακούωσι"».9

Οι πραγματικοί ένοχοι για τη δολοφονία του Λαμπράκη δεν αναδείχτηκαν ποτέ. Στην επέτειο των 30 χρόνων από τη δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη, ο τέως πρόεδρος της Δημοκρατίας και ανακριτής στην υπόθεση, Χρήστος Σαρτζετάκης, υποστήριξε ότι οι ηθικοί αυτουργοί της δολοφονίας Λαμπράκη βρίσκονταν πολύ ψηλά και η αποκάλυψή τους θα οδηγούσε σε αναμόχλευση των πολιτικών παθών.

Δεκαπέντε μέρες μετά από την κηδεία του Λαμπράκη, στις 11 Ιούνη 1963, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής παραιτήθηκε και στις 18 του ίδιου μήνα αναχώρησε για τη Ζυρίχη. Τον διαδέχθηκε στην πρωθυπουργία ο Παναγιώτης Πιπινέλης. Ως αφορμή της παραίτησης προβλήθηκε ένας ελάχιστα πειστικός λόγος: Η διαφωνία του Καραμανλή με την επιμονή του βασιλικού ζεύγους να πραγματοποιήσει το προγραμματισμένο ταξίδι στο Λονδίνο.

Ως λόγο της αναβολής ο Καραμανλής επικαλέστηκε φόβους για την επανάληψη των αντιδράσεων εναντίον της βασίλισσας Φρειδερίκης στο Λονδίνο στις 20 Απρίλη του 1963 με ακόμα μεγαλύτερη ένταση. Και το προηγούμενο ταξίδι της Φρειδερίκης είχε πραγματοποιηθεί παρά τις αντίθετες συστάσεις του Καραμανλή. Οταν η Φρειδερίκη και η κόρη της Ειρήνη έφτασαν στο ξενοδοχείο «Κλάριτζ» του Λονδίνου, βρέθηκαν μπροστά σε Κύπριους και Εγγλέζους διαδηλωτές που διαμαρτύρονταν για την ύπαρξη πολιτικών κρατουμένων στην Ελλάδα. Ανάμεσά τους και η Αγγλίδα κομμουνίστρια Μπέτυ Αμπατιέλου - Μπαρτλέτ, σύζυγος του πολιτικού κρατούμενου και στελέχους του ΚΚΕ, Αντώνη Αμπατιέλου.

Αν και οι πολιτικές ευθύνες της δολοφονίας Λαμπράκη βαρύνουν αναμφίβολα την κυβέρνηση Καραμανλή, είναι φανερό ότι η δολοφονία αποτέλεσε πλήγμα εναντίον του ίδιου και της κυβέρνησής του. Απ' αυτή την άποψη, φαίνεται πιο πιθανή η εκδοχή, κεφαλή της συνωμοσίας και εκτέλεσης του σχεδίου να ήταν το Παλάτι.

Βέβαια, η δολοφονία Λαμπράκη αποτέλεσε ηχηρό χτύπημα εναντίον του αντιιμπεριαλιστικού - αντιπολεμικού κινήματος.