Σάββατο 4 Ιουλίου 2015

Σαλβαδόρ Αλιέντε και Ούγκο Τσάβες: Ομοιότητες και διαφορές στον «Εθνικό Δρόμο προς τον Σοσιαλισμό»

Παγκόσμια Έρευνα, 14η Μαΐου, 2008
του James Petras,
Έχω γνωρίσει και υπάρξει σύμβουλος τριών αριστερών προέδρων: του Ανδρέα Παπανδρέου (1981-85), Σαλβαδόρ Αλιέντε (1970-73) και του Ούγκο Τσάβες.
venezuela-allende-chc3a1vez-chileΟ Αλιέντε και ο Τσάβες έχουν πολλούς κοινούς στρατηγικούς στόχους και υιοθετούν πολιτικές ευνοϊκές προς την εργατική τάξη, τους αγρότες και τα φτωχότερα αστικά στρώματα. Επιπλέον εφάρμοσαν προγράμματα επανάκτησης του εθνικού (εργατικού) ελέγχου σε στρατηγικούς τομείς της οικονομίας, αναδιανέμωντας  τη γη (αγροτικές μεταρρυθμίσεις), ανακατανέμωντας τις κρατικές δαπάνες προς όφελος κοινωνικών προγραμμάτων για τους φτωχούς, και ακολουθώντας ανεξάρτητη, αντι- ιμπεριαλιστική εξωτερική πολιτική.
Με ευρείς ιστορικούς και κοινωνιολογικούς όρους, έχουν επίσης μία κοινή πίστη στις συνταγματικές, εκλογικές διαδικασίες, το πολυκομματικό σύστημα, τη μικτή οικονομία και την ανεξαρτησία των συνδικαλιστικών οργανώσεων, των επιχειρήσεων και των ενώσεων πολιτών (civic associations).
Παρά τις συγκλίσεις και τις ομοιότητες ανάμεσα στον Αλιέντε και τον Τσάβες, υπάρχουν ανάμεσά τους σημαντικές πολιτικές διαφορές, οι οποίες εξηγούν γιατί ακολούθησαν διαφορετικά μονοπάτια.
Ο Τσάβες προχώρησε σε πολιτικές αλλαγές πριν επιχειρήσει έναν βαθύτερο πολιτικο-οικονομικό μετασχηματισμό, δημιουργώντας έτσι ένα στέρεο συνταγματικό και πολιτικό πλαίσιο. Ο Αλιέντε, από την άλλη πλευρά, διατήρησε το υπάρχον πολιτικό σύστημα και προώθησε την εφαρμογή ριζοσπαστικών κοινωνικο-οικονομικών αλλαγών. Το γεγονός αυτό είχε ως συνέπεια να αντιμετωπίζει συνεχώς πολιτικούς φραγμούς και θεσμικά εμπόδια τα οποία περιόριζαν την ικανότητά του να συνειδητοποιήσει πλήρως τα πραγματικά περιθώρια των δομικών αλλαγών. Οι πολιτικές μεταρρυθμίσεις του Τσάβες, αντίθετα, οδήγησαν σε συμβατότητα ανάμεσα στους πολιτικούς θεσμούς και την κοινωνικο- οικονομική αλλαγή, ελαχιστοποιώντας την κωλυσιεργία από την πλευρά της αντιπολίτευσης.
Δεύτερον, η διακυβέρνηση του Αλιέντε διήρκεσε λιγότερο από 3 χρόνια, ενώ του Τσάβες κυβερνά εδώ και σχεδόν μια δεκαετία και είναι ακόμη πολύ δημοφιλής. Το στρατιωτικό πραξικόπημα στη Χιλή το Σεπτέμβριο του 1973 ανέτρεψε την κυβέρνηση της Εθνικής Ενότητας και η στρατιωτική δικτατορία διήρκεσε 15 χρόνια (μέχρι το 1989). Στη Βενεζουέλα, ένα στρατιωτικό πραξικόπημα (11-12 Απριλίου του 2002) κράτησε 48 ώρες μέχρι να ηττηθεί και να επανέλθει ο Τσάβες στην εξουσία. Η αιτία που το πραξικόπημα πέτυχε στη Χιλή αλλά απέτυχε στη Βενεζουέλα ήταν το ότι ο Τσάβες είχε χτίσει μια επαρκή, έμπιστη βάση ανάμεσα στους στρατιωτικούς και είχε δημιουργήσει μια στρατηγική συμμαχία ανάμεσα στις λαϊκές μάζες και τις ένοπλες δυνάμεις, ενώ ο Αλιέντε εμπιστεύθηκε λανθασμένα τον λεγόμενο «επαγγελματισμό» των στρατιωτικών. Τόσο ο Αλιέντε όσο και ο Τσάβες βρέθηκαν αντιμέτωποι με εργοδοτικά «λοκάουτ», προσπάθειες των καπιταλιστών να σταματήσουν τις οικονομικές δραστηριότητες με σκοπό να προκαλέσουν δυσαρέσκεια και ανατροπή της κυβέρνησης. Και στις δύο χώρες οι εργάτες, οι τεχνικοί και κάποιοι από τους διευθυντές παρενέβησαν για να υποστηρίξουν την κυβέρνηση. Ωστόσο, ενώ ο Αλιέντε επέστρεψε τον μεγαλύτερο αριθμό των εργοστασίων στους καπιταλιστές ιδιοκτήτες τους, ο Τσάβες απέλυσε 15.000 διευθυντές και αρχιεργάτες που είχαν πρωτοστατήσει στα λοκάουτ, αντικαθιστώντας τους με έμπιστούς του. Κατά παρόμοιο τρόπο, ενώ ο Αλιέντε επέτρεψε στους δεξιούς στρατηγούς να καθαιρέσουν τους έμπιστους αξιωματικούς την περίοδο πριν το πραξικόπημα, ο Τσάβες απέβαλε-καθέραισε και φυλάκισε αξιωματικούς μετά την αποτυχημένη απόπειρα πραξικοπήματος.
Με άλλα λόγια, ο Τσάβες είναι ένας πολιτικός ρεαλιστής που αντιλήφθηκε καλύτερα από τον Αλιέντε τα όρια της αστικής δημοκρατίας, ήταν πρόθυμος να χρησιμοποιήσει τα προνόμια της εκτελεστικής εξουσίας για να υπερασπιστεί τη λαϊκή δημοκρατική εξουσία ενάντια στους εχθρούς της- την ολιγαρχία στο εσωτερικό και τους ιμπεριαλιστές στο εξωτερικό.
Ο Τσάβες αντιλαμβάνεται την επαναστατική, δημοκρατική και σοσιαλιστική διαδικασία μετάβασης βασιζόμενη στη θεσμική και λαϊκή εξουσία μέσα από μαζικές οργανώσεις. Ο Αλιέντε πίστευε στη σοσιαλιστική αλλαγή κυρίως μέσα από τους υπάρχοντες θεσμούς και περιόριζε τον ρόλο των θεσμών λαϊκής εξουσίας, δημιουργώντας μια μόνιμη ένταση ανάμεσα στα πολιτικά κόμματα και τα τοπικά συμβούλια.
Τόσο ο Τσάβες όσο και ο Αλιέντε αντιτίθονταν στον ιμπεριαλισμό των ΗΠΑ και τους πολέμους τους (στο Βιετνάμ το 1960 – 1970, στο Αφγανιστάν και το Ιράκ σήμερα). Αλλά η εξωτερική πολιτική του Τσάβες είναι πολύ πιο ενεργητική, προωθώντας την λατινοαμερικανική ενοποιήση μέσω της ALBA, της Banco Sur και διμερών εμπορικών και οπλικών συμφωνιών με την Κίνα, τη Ρωσία, το Ιράν, τη Βραζιλία και την Αργεντινή. Ο Αλιέντε στράφηκε κυρίως στο Andean Pact, το κίνημα των αδεσμεύτων και σε δεσμούς με σοσιαλδημοκρατικά καθεστώτα όπως της Σουηδίας και της Γερμανίας. Ο Τσάβες, συνεπώς, έχει καταφέρει καλύτερα να απομονώσει και να νικήσει την διπλωματία της Ουάσινγκτον απ’ ό,τι ο Αλιέντε με τη διαρκή του προσπάθεια να συμφιλιωθεί με τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Το πολιτικό παράδοξο είναι ότι η κυβέρνηση του Αλιέντε, βασιζόμενη κυρίως στα αυτοπροσδιοριζόμενα «μαρξιστικά» κόμματα και συνδικάτα, δεν πέτυχε ποτέ να κερδίσει την ηγεμονία πάνω στην πλειοψηφία των μαζών (ιδιαίτερα στις φτωχές γυναίκες), ενώ ο Πρόεδρος Τσάβες εγκαθίδρυσε «Τσαβικές» πλειοψηφίες σε 12 εθνικές και τοπικές εκλογές αναμετρήσεις και δημοψηφίσματα.
Κατά τη διάρκεια της θητείας του ο Πρόεδρος Αλιέντε εκπροσωπούσε στην εποχή του- μία καθαρή δημοκρατική-σοσιαλιστική εναλλακτική απέναντι στα ελεγχόμενα από τις Ηνωμένες Πολιτείες καθεστώτα. Ακόμη και σήμερα η εγκαθίδρυση εργατικού ελέγχου σε εργοστάσια, τα τοπικά λαϊκά συμβούλια και η λαϊκή εξουσία υπό τον Αλιέντε αποτελούν σημεία αναφοράς για τη σημερινή μετάβαση στον σοσιαλισμό στη Βενεζουέλα. Ωστόσο ο Πρόεδρος Τσάβες έχει προχωρήσει πολύ περισσότερο και βαθύτερα σε κάποια πεδία της κοινωνικής αλλαγής: δημιούργησε πολιτοφυλακές, αποκέντρωσε τις εκτελέσεις δαπανών του προυπολογισμού στα τοπικά συμβούλια και οργάνωσε ένα ενοποιημένο, μαζικό σοσιαλιστικό κόμμα ώστε να αποφύγει τις εσωκομματικές διαμάχες από τις οποίες μαστιζόταν η πολυκομματική συμμαχία της κυβέρνησης Αλιέντε.

Συμπέρασμα
Ενώ υπάρχουν σημαντικές ιστορικές συνέχειες ανάμεσα στον δημοκρατικό σοσιαλισμό του Αλιέντε και τον σοσιαλισμό του 21ου αιώνα του Τσάβες, και αμφότερες οι εμπειρίες αυτές αποτελούν σημαντικά ορόσημα στον δρόμο για την εθνική απελευθέρωση, είναι σαφές ότι ο Τσάβες πολύ περισσότερο απο τον Αλιέντε αντιλαμβάνεται την καθαρή και αποφασιστική σημασία του χτισίματος μιας μαζικής βάσης για τη λαϊκή εξουσία έξω από την αυστηρά εκλογική-κοινοβουλευτική αρένα. Ενώ ο Αλιέντε εξιδανίκευε λανθασμένα τους αστικούς δημοκρατικούς θεσμούς της Χιλής, αποδίδοντάς τους έναν αταξικό χαρακτήρα, ο Τσάβες συνδυάζει τους δημοκρατικούς κανόνες του εκλογικού μοντέλου με την ανάγκη για δημιουργία ανεξάρτητων οργανισμών ταξικής εξουσίας. Η ιστορία έχει αποδείξει, ως τώρα τουλάχιστον, ότι ο ρεαλισμός του Τσάβες είναι πολύ πιο αποτελεσματικός στην κατάκτηση και τη διατήρηση της λαϊκής εξουσίας από τον ιδεαλισμό του Αλιέντε.
μετάφραση: Χριστίνα Χάσου