Αριθμός 2222/2009
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
ΣΤ' Ποινικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Δημήτριο Πατινίδη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Χαράλαμπο Παπαηλιού, Νικόλαο Κωνσταντόπουλο - Εισηγητή, Παναγιώτη Ρουμπή και Γεώργιο Μπατζαλέξη, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 22 Σεπτεμβρίου 2009, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Νικολάου Μαύρου (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Πελαγίας Λόζιου, για να δικάσει την αίτηση της αναιρεσείουσας - κατηγορουμένης Χ, που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Ιωάννη Χατζηαντωνίου, περί αναιρέσεως της 214-215/2008 αποφάσεως του Πενταμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης. Με πολιτικώς ενάγοντες τους: 1) ΟΡΓΑΝΙΣΜΟ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΡΤΙΣΗΣ με τον τίτλο "Ο.Ε.Ε.Κ.", που εδρεύει στην Νέα Ιωνία και εκπροσωπείται νόμιμα, και 2) ..., που δεν παραστάθηκαν στο ακροατήριο. Με συγκατηγορούμενο τον .... Το Πενταμελές Εφετείο Θεσσαλονίκης, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή και η αναιρεσείουσα - κατηγορουμένη ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 9.4.2008 αίτησή της αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 732/2008.
Αφού άκουσε Τον πληρεξούσιο δικηγόρο της αναιρεσείουσας, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά, καθώς και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναιρέσεως.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά τη διάταξη του αρ. 372 παρ. 1 ΠΚ, όποιος αφαιρεί ξένο (ολικά ή εν μέρει) κινητό πράγμα από την κατοχή άλλου με σκοπό να το ιδιοποιηθεί παράνομα τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών και αν το αντικείμενο της κλοπής είναι ιδιαίτερα μεγάλης αξίας με φυλάκιση τουλάχιστον δύο ετών. Κατά την έννοια της διάταξης αυτής, η οποία προστατεύει το δικαίωμα της ιδιοκτησίας, για τη στοιχειοθέτηση του εγκλήματος της κλοπής απαιτείται να αφαιρέσει ο δράστης με θετική ενέργεια, από την κατοχή άλλου ξένο ολικά ή εν μέρει κινητό πράγμα με σκοπό να το ιδιοποιηθεί παράνομα. Η αξία του αντικειμένου της κλοπής δεν αποτελεί στοιχείο της αντικειμενικής υπόστασής της και εφόσον αυτή δεν χαρακτηρίστηκε ως κλοπή με αντικείμενο ιδιαιτέρως μεγάλης αξίας, πράγμα που αποτελεί επιβαρυντική περίσταση του εγκλήματος αυτού και κρίνεται ανελέγκτως από το δικαστήριο της ουσίας, δεν απαιτείται ειδικότερος προσδιορισμός της αξίας του πράγματος που παράνομα αφαιρέθηκε. Περαιτέρω, κατά το αρ. 45 ΠΚ, αν δύο ή περισσότεροι τέλεσαν από κοινού αξιόποινη πράξη, ο καθένας τους τιμωρείται ως αυτουργός της πράξεως. Με τον όρο από κοινού νοείται αντικειμενικά σύμπραξη στην εκτέλεση της κυρίας πράξεως και υποκειμενικά κοινός δόλος, δηλαδή ο κάθε συμμέτοχος θέλει ή αποδέχεται την πραγμάτωση της αντικειμενικής υπόστασης του διαπραττόμενου εγκλήματος, γνωρίζοντας ότι και οι λοιποί συμμέτοχοι πράττουν με δόλο τελέσεως του ίδιου εγκλήματος. Η σύμπραξη στην εκτέλεση της κυρίας πράξεως μπορεί να συνίσταται ή στο ότι ο καθένας πραγματώνει την όλη αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος, ή ότι το έγκλημα πραγματώνεται με συγκλίνουσες επί μέρους πράξεις των συμμετοχών ταυτόχρονες ή διαδοχικές, χωρίς να απαιτείται η εξειδίκευση των ενεργειών κάθε δράστη. Εξάλλου, κατά τη διάταξη του αρ. 374 περ. θ' του ΠΚ, η κλοπή τιμωρείται με κάθειρξη μέχρι δέκα ετών, αν τελέστηκε από δύο ή περισσότερους, που είχαν ενωθεί να διαπράττουν κλοπές η ληστείες. Κατά την έννοια της διατάξεως αυτής, με την οποία δεν καθιερώνεται προσωπικός λόγος επιτάσεως της ποινής του βασικού εγκλήματος της κλοπής, αλλά η προβλεπόμενη από αυτή περίπτωση, καθώς και οι λοιπές στο ανωτέρω αρ. 374 αναφερόμενες περιπτώσεις, ανάγεται στην αντικειμενική υπόσταση της διακεκριμένης κλοπής, που έχει κακουργηματικό χαρακτήρα, για τη συνδρομή της ενδιαφέρουσας αυτής επιβαρυντικής περίστασης απαιτείται η ένωση δύο ή περισσότερων προσώπων με σκοπό τη διάπραξη απροσδιόριστης σειράς κλοπών ή ληστειών, κατ' εξακολούθηση ή όχι, γνώση καθενός από αυτούς ότι είναι ενωμένοι για τον ανωτέρω σκοπό και θέληση για τη διάπραξη κλοπών ή ληστειών. Η ένωση δύο ή περισσότερων προσώπων, με σκοπό τη διάπραξη απροσδιόριστου αριθμού κλοπών ή ληστειών, αντιδιαστέλλεται εννοιολογικά από την περιστασιακή συναυτουργική δράση περισσότερων προσώπων, οι οποίοι, κατά την έννοια του αρ. 45 του ΠΚ, κατ' αληθή πραγματική ομοειδή συρροή, συμπράττουν στην από κοινού τέλεση μιας ή περισσότερων μερικότερων πράξεων κλοπής (άρ. 45, 98 παρ. 1, 372 παρ. 1 του ΠΚ), είτε πραγματώνοντας καθένας την όλη αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος της κλοπής, είτε διαπράττοντας ως συναυτουργοί με ενότητα δόλου συγκλίνουσες επί μέρους πράξεις, ταυτόχρονες ή διαδοχικές, κατατείνουσες στην πραγμάτωση του εγκλήματος της κλοπής. Επίσης, κατά το αυτό άρθρο (374) εδ. ε' του ΠΚ, η κλοπή τιμωρείται με κάθειρξη μέχρι δέκα ετών αν η πράξη τελέστηκε από πρόσωπο που διαπράττει κλοπές ή ληστείες κατ' επάγγελμα ή κατά συνήθεια. Ειδικότερα από το αρ. 13 εδ. στ' του ΠΚ προκύπτει ότι για τη συνδρομή της επιβαρυντικής περίστασης της τέλεσης της κλοπής κατ' επάγγελμα απαιτείται αντικειμενικά μεν επανειλημμένη τέλεση αυτής, χωρίς απαραιτήτως να έχει προηγηθεί και καταδίκη του δράστη, υποκειμενικά δε σκοπός αυτού να πορισθεί εισόδημα από την επανειλημμένη τέλεση του ως άνω εγκλήματος. Επίσης κατ' επάγγελμα τέλεση συντρέχει και όταν η αξιόποινη πράξη τελείται για πρώτη φορά, όχι όμως ευκαιριακώς, αλλά βάσει σχεδίου, δηλαδή όταν από την υποδομή που έχει διαμορφώσει ο δράστης και την οργανωμένη ετοιμότητά του με πρόθεση επανειλημμένης τέλεσης, προκύπτει σκοπός αυτού για πορισμό εισοδήματος. Κατά συνήθεια δε τέλεση υπάρχει, όταν από την επανειλημμένη τέλεση της πράξης προκύπτει σταθερή ροπή του δράστη αυτής ως στοιχείο της προσωπικότητας αυτού.
Η καταδικαστική απόφαση έχει την απαιτούμενη, κατά τα άρθρα 93 παρ.3 του Συντάγματος και 139 ΚΠοινΔ, ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον από άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Δ' του ίδιου Κώδικα λόγο αναιρέσεως, όταν αναφέρονται σε αυτή με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την αποδεικτική διαδικασία, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του Δικαστηρίου για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις που τα θεμελιώνουν και οι νομικές σκέψεις υπαγωγής των περιστατικών αυτών στην ουσιαστική ποινική διάταξη που εφαρμόσθηκε. Για την ύπαρξη τέτοιας αιτιολογίας είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού με το διατακτικό που αποτελούν ενιαίο σύνολο και σε σχέση με τα αποδεικτικά μέσα πρέπει να προκύπτει με βεβαιότητα ότι έχουν ληφθεί όλα στα σύνολό τους και όχι ορισμένα μόνον από αυτά. Για τη βεβαιότητα δε αυτή αρκεί να μνημονεύονται όλα, έστω κατά το είδος τους (μάρτυρες, έγγραφα, κλπ.), χωρίς ανάγκη ειδικότερης αναφοράς τους και μνείας του τι προέκυψε χωριστά από καθένα από αυτά, ενώ το γεγονός ότι εξαίρονται ορισμένα αποδεικτικά μέσα δεν υποδηλώνει ότι δεν λήφθηκαν υπόψη τα άλλα. Δεν αποτελούν όμως λόγους αναιρέσεως η εσφαλμένη εκτίμηση εγγράφων, η εσφαλμένη αξιολόγηση των καταθέσεων των μαρτύρων, η παράλειψη αναφοράς και αξιολογήσεως κάθε αποδεικτικού στοιχείου χωριστά και η παράλειψη της μεταξύ τους αξιολογικής συσχετίσεως των αποδεικτικών στοιχείων, καθόσον στις περιπτώσεις αυτές πλήττεται η αναιρετικώς ανέλεγκτη κρίση του Δικαστηρίου της ουσίας. Εξάλλου, η κατά τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠοινΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον εκ του άρθρου 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' ΚΠοινΔ λόγο αναιρέσεως, απαιτείται όχι μόνον για την απόφαση περί της ενοχής, δηλαδή την καταδικαστική ή απαλλακτική για την κατηγορία απόφαση του δικαστηρίου, αλλά για όλες τις αποφάσεις, ανεξάρτητα αν αυτές είναι οριστικές ή παρεμπίπτουσες ή αν η έκδοσή τους αφήνεται στη διακριτική, ελεύθερη ή ανέλεγκτη κρίση του δικαστή που τις εξέδωσε. Έτσι, η παρεμπίπτουσα, απόφαση που απορρίπτει την αίτηση του κατηγορουμένου περί αναβολής της δίκης λόγω σημαντικών αιτίων κατ' άρθρο 349 παρ. 1 ΚΠΔ, πρέπει να είναι ιδιαίτερα αιτιολογημένη, παρά το ότι η παραδοχή ή απόρριψη τέτοιας αιτήσεως έχει αφεθεί στην ανέλεγκτη κρίση του δικαστηρίου, δηλαδή να αναφέρει στο αιτιολογικό της τα αποδεικτικά μέσα που εκτιμήθηκαν, τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν και τις σκέψεις, βάσει των οποίων το δικαστήριο κατέληξε στην απορριπτική της αιτήσεως αυτής κρίση του. Περαιτέρω, κατά την διάταξη του αρ. 21 παρ.1 στοιχ. α' και β' του Ν. 2331/1995, σε περίπτωση εγκλήματος του αρ. 5 του Ν. 1729/1987, όπως ισχύει, ως και σε περίπτωση εγκλήματος που φέρεται ότι τελέστηκε για να διευκολυνθεί η χρήση ναρκωτικών ουσιών, εφόσον τα εγκλήματα αυτά έχουν τελεσθεί από πρόσωπο που απέκτησε την έξη της χρήσεως ναρκωτικών ουσιών και δεν μπορεί να την αποβάλει με δικές του δυνάμεις, η υποβολή του δράστη αυτών, που έχει την ιδιότητα του τοξικομανούς, σε θεραπευτική αγωγή εγκεκριμένου από τον νόμο θεραπευτικού προγράμματος ψυχικής απεξάρτησης αποτελεί σημαντικό αίτιο αναβολής της δίκης, κατά την έννοια του αρ. 349 του ΚΠΔ, κατά τo χρονικό διάστημα της θεραπευτικής αγωγής, κατά το οποίο αναστέλλεται και η παραγραφή οποιουδήποτε εγκλήματος του θεραπευομένου. Από το συνδυασμό των διατάξεων αυτών προκύπτει ότι είναι υποχρεωτική η παραδοχή του αιτήματος του κατηγορουμένου για αναβολή της δίκης λόγω υποβολής του σε θεραπευτική αγωγή ψυχικής απεξάρτησης από την έξη της χρήσης ναρκωτικών ουσιών. Και τούτο διότι η διάταξη αυτή αποσκοπεί στην χωρίς διακοπή ολοκλήρωση του θεραπευτικού προγράμματος απεξάρτησης, έτσι ώστε να επιτευχθεί ταχύτερα η κοινωνική επανένταξη των προσώπων αυτών, ο σκοπός δε αυτός συνάγεται από το όλο πλέγμα των διατάξεων του αρ. 21 Ν. 2331/1995. Στην περίπτωση όμως κατά την οποία η παρακολούθηση του θεραπευτικού προγράμματος ψυχικής απεξάρτησης γίνεται από τον εξαρτημένο στη χρήση ναρκωτικών ουσιών όχι με πραγματικό σκοπό την απεξάρτησή του από τις ουσίες αυτές, αλλά προκειμένου να χρησιμοποιηθεί ως πρόσχημα για να αποφύγει αυτός την εκδίκαση της υποθέσεώς του, η εν λόγω διάταξη δεν εφαρμόζεται. Αυτό συμβαίνει στην περίπτωση κατά την οποία η εγγραφή στο πρόγραμμα γίνεται ενόψει εκδικάσεως της υποθέσεως και στη συνέχεια, ο εξαρτημένος στη χρήση ναρκωτικών κατηγορούμενος, αφού επιτύχει τη χορήγηση της προβλεπόμενης από το νόμο υποχρεωτικής αναβολής της δίκης, κατ' αρ. 349 ΚΠΔ, εγκαταλείπει την παρακολούθηση του προγράμματος για να την αρχίσει και πάλι με τον ίδιο πιο πάνω σκοπό, με αποτέλεσμα όχι μόνο να μην επιτυγχάνεται ο σκοπός της πιο πάνω διατάξεως, δηλαδή η ταχύτερη η κοινωνική επανένταξη του εξαρτημένου στη χρήση ναρκωτικών κατηγορουμένου, αλλά, αντίθετα, να επιτυγχάνονται αντίθετα με τον σκοπό αυτόν αποτελέσματα. Τούτο δε, διότι ο εν λόγω κατηγορούμενος, μη έχοντας διάθεση απεξαρτήσεως, χρησιμοποιεί την τοξικομανία του επικαλούμενος τις πιο πάνω διατάξεις, προκειμένου να επιτύχει την ατιμωρησία του την οποία θεωρεί εξασφαλισμένη όσο αυτός εξακολουθεί να είναι τοξικομανής. Ενόψει αυτών, στην προαναφερόμενη περίπτωση προσχηματικής παρακολούθησης προγράμματος απεξάρτησης, δεν βρίσκει έδαφος εφαρμογής η διάταξη του αρ. 21 του Ν. 2331/1995 για τη χορήγηση υποχρεωτικής αναβολής, κατ' αρ. 349 ΚΠΔ. Στην προκειμένη περίπτωση, το Πενταμελές Εφετείο Θεσσαλονίκης, που δίκασε κατ' έφεση, όπως προκύπτει από την παρεμπίπουσα απόφασή του, η οποία προηγήθηκε της προσβαλλόμενης 214-215/2008 κυρίας αποφάσεώς του και θεωρείται ότι συμπροσβάλλεται με την τελευταία (άρθρο 504 παρ. 4 ΚΠοινΔ), απέρριψε αίτηση της αναιρεσείουσας - κατηγορουμένης για αναβολή της δίκης κατ' άρθρο 349 παρ. 1 ΚΠοινΔ σε συνδ. προς άρθρο 21 παρ. 1 του Ν. 2331/95, υποβληθέν από τον συνήγορό της και συγκεκριμένα, όπως ακριβώς αναφέρεται στα πιο πάνω πρακτικά: "Ο συνήγορος υπεράσπισης της κατηγορουμένης Χ, αφού ζήτησε και έλαβε το λόγο από τον Πρόεδρο, δήλωσε ότι ζητάει τον χωρισμό της δίκης της προκειμένης υπόθεσης κατά της πελάτισσάς του από αυτή του συγκατηγορουμένου της και την αναβολή της εκδίκασης κατ' άρθρο 21 §1α του 2331/95 επειδή παρακολουθεί το Πρόγραμμα Εναλλακτικής Θεραπείας Εξαρτημένων Ατόμων του ΚΕΘΕΑ "ΙΘΑΚΗ" και προσκόμισε στο Δικαστήριο την με αριθμ. πρωτ. 333/135/28-1-2008 Βεβαίωση του Ειδικού Βοηθού Δ/ντή του ΚΕΘΕΑ "ΙΘΑΚΗ" ..., την από 1-2-2008 Ιατρική Γνωμάτευση του ιατρού ... Ψυχιάτρου-Ψυχοθεραπευτη, και την αριθμ. ... Ληξιαρχική Πράξη Γέννησης του Ληξιάρχου Θεσσαλονίκης, τα οποία ανέγνωσε ο Πρόεδρος δημόσια στο ακροατήριο".
Ακολούθως, το άνω Δικαστήριο απέρριψε το αίτημα αναβολής της κατηγορουμένης, με την παρακάτω κατά λέξη αιτιολογία: "Επειδή, κατά το άρθρο 21 παρ.1 εδ. β' του Ν. 2331/1995, η υποβολή χρήστη ναρκωτικών ουσιών σε θεραπευτική αγωγή εγκεκριμένου κατά νόμο θεραπευτικού προγράμματος ψυχικής απεξάρτησης αποτελεί σημαντικό αίτιο κατά την έννοια του άρθρου 349 Κ.Ποιν.Δικ., το Δικαστήριο μπορεί να διατάξει την αναβολή της δίκης μέχρις ότου ολοκληρωθεί η εν λόγω θεραπευτική αγωγή. Στην προκειμένη περίπτωση, από την ανάγνωση των προσκομισθέντων εγγράφων και ειδικότερα από την με αριθμ. πρωτ. 333/135/28-1-2008 Βεβαίωση του Ειδικού βοηθού Δ/ντή του ΚΕΘΕΑ "ΙΘΑΚΗ" ..., την από 1-2-2008 Ιατρική Γνωμάτευση του ιατρού ..., Ψυχιάτρου - Ψυχοθεραπευτή, και την αριθμ. ... Ληξιαρχική Πράξη Γέννησης του Ληξιάρχου Θεσσαλονίκης που αναγνώσθηκαν δημοσία στο ακροατήριο και την όλη αποδεικτική διαδικασία γενικά, προέκυψαν τα εξής: η κατηγορουμένη Χ είναι χρήστης ναρκωτικών, στις 6.3.2002 προσήλθε στο ΚΕΘΕΑ "ΙΘΑΚΗ" και πραγματοποίησε ατομικό ραντεβού και από τις 7.3.02 έως τις 15.4.02 συμμετείχε στο Πρόγραμμα Εναλλακτικής Θεραπείας Εξαρτημένων Ατόμων όπου και διέκοψε οικειοθελώς, στις 10.5.02 και 19.7.02 πραγματοποίησε ξανά ατομικό ραντεβού και από 21.7.05 έως τις 21.9.05 συμμετείχε στο εν λόγω πρόγραμμα όπου και διέκοψε οικειοθελώς, στις 23.9.05 πραγματοποίησε εκ νέου ατομικό ραντεβού και από τις 11.10.05 έως και 10.11.05, όπου και διέκοψε και πάλι οικειοθελώς την ολοκλήρωση του προγράμματος. Στις 17.12.07 και 22.01.08 πραγματοποίησε εκ νέου, για τετάρτη φορά, ατομικό ραντεβού και συμμετέχει έως και σήμερα στο πρόγραμμα. Εκ των ανωτέρω αποδείχθηκε ότι για την εν λόγω κατηγορουμένη δεν συντρέχουν οι παραπάνω αναφερόμενες προϋποθέσεις του σημαντικού αιτίου, καθόσον αν και εισήχθη επί τέσσερις φορές δεν συμμετείχε με συνέπεια στο Πρόγραμμα Εναλλακτικής Θεραπείας Εξαρτημένων Ατόμων του ΚΕΘΕΑ "ΙΘΑΚΗ" και οικειοθελώς διέκοπτε το πρόγραμμα χωρίς να δείξει θέληση να το ολοκληρώσει. Κατά συνέπεια, πρέπει να απορριφθεί το περί αναβολής αίτημα της κατηγορουμένης". Στην συνέχεια το Δικαστήριο, μετά την απόρριψη του παραπάνω αιτήματος αναβολής, προέβη στην έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασής του. Η προαναφερόμενη αιτιολογία είναι η επιβαλλόμενη από τις ανωτέρω διατάξεις του Συντάγματος και του ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη, αφού αναφέρονται σ' αυτήν τα αποδεικτικά μέσα που εκτιμήθηκαν, τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν και οι σκέψεις, με βάση τις οποίες το δικαστήριο κατέληξε στην απορριπτική, περί της αιτήσεως αναβολής, κρίση του. Κατά συνέπεια, ο σχετικός κατά το τρίτο σκέλος του από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' ΚΠΔ συναφής λόγος της κρινόμενης αιτήσεως, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος.
Περαιτέρω, κατά το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Ε' ΚΠοινΔ, λόγο αναιρέσεως αποτελεί και η εσφαλμένη ερμηνεία ή εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διατάξεως. Εσφαλμένη ερμηνεία υπάρχει όταν ο Δικαστής αποδίδει στο νόμο διαφορετική έννοια από εκείνη που πραγματικά έχει, ενώ εσφαλμένη εφαρμογή υπάρχει όταν το Δικαστήριο της ουσίας δεν υπάγει σωστά τα πραγματικά περιστατικά που δέχτηκε ότι αποδείχθηκαν στη διάταξη που εφαρμόσθηκε. Περίπτωση δε εσφαλμένης εφαρμογής ουσιαστικής ποινικής διατάξεως συνιστά και η εκ πλαγίου παραβίαση της διατάξεως αυτής, η οποία υπάρχει, όταν στο πόρισμα της αποφάσεως, που περιλαμβάνεται στο συνδυασμό του αιτιολογικού με το διατακτικό και ανάγεται στα στοιχεία και την ταυτότητα του εγκλήματος, έχουν εμφιλοχωρήσει ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά, με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο αναιρετικός έλεγχος της ορθής ή μη εφαρμογής του νόμου, οπότε η απόφαση στερείται νόμιμης βάσεως. Με τα λοιπά σκέλη του λόγου αναιρέσεως, η αναιρεσείουσα παραπονείται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση στερείται της ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας που επιβάλλει το Σύνταγμα και ο ΚΠΔ και ζητεί να αναιρεθεί κατά το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' ΚΠΔ η απόφαση. Στην προκείμενη περίπτωση, όπως προκύπτει από το σκεπτικό σε συνδυασμό με το διατακτικό της προσβαλλόμενης 214-215/2008 αποφάσεώς του, τα οποία ως ενιαίο σύνολο παραδεκτώς αλληλοσυμπληρώνονται, το Πενταμελές Εφετείο Θεσσαλονίκης δέχτηκε, κατά την ανέλεγκτη περί τα πράγματα κρίση του, μετά από εκτίμηση και αξιολόγηση των κατ' είδος αναφερομένων στην ίδια απόφαση αποδεικτικών μέσων, ότι αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Η δεύτερη των κατηγορουμένων και αναιρεσείουσα, Χ και ο, μη διάδικος στην παρούσα δίκη, πρώτος κατηγορούμενος, ..., κατά πιστή αντιγραφή από το σκεπτικό της προσβαλλόμενης αποφάσεως: "στη ... και κατά τους παρακάτω αναφερθησομένους χρόνους ετέλεσαν τις αξιόποινες πράξεις των διακεκριμένων κλοπών κατ' εξακολούθηση από κοινού και κατά μόνας, τετελεσμένες και σε απόπειρα που τους αποδίδονται. Ειδικώτερον, απεδείχθη ότι αυτοί ενεργώντας από κοινού ή κατά μονάς έκαστος δια της μεθόδου της διάρρηξης των θυρών εισόδου διαμερισμάτων των ιδιοκτητών που θα αναφερθούν παρακάτω, αφήρεσαν από την κατοχή αυτών τα παρακάτω ξένα εν όλω κινητά πράγματα προς το σκοπό να ιδιοποιηθούν αυτά παρανόμως, και σε άλλες περιπτώσεις έχοντας αποφασίσει να εκτελέσουν κλοπές επεχείρησαν πράξεις που περιέχουν τουλάχιστον αρχή εκτελέσεως, χωρίς όμως οι πράξεις τους αυτές να ολοκληρωθούν όχι από δική τους θέληση αλλά από εξωτερικά αίτια, ενώ είναι πρόσωπα που διαπράττουν κλοπές κατ' επάγγελμα και κατά συνήθεια. Συγκεκριμένα α) Στις 30-3-2004 και κατά τις ώρες 17.00-19.00, στην οδό ..., διέρρηξαν την κύρια είσοδο διαμερίσματος 6ου ορόφου, παραβιάζοντας την κλειδαριά, ιδιοκτησίας της ... και αφαίρεσαν το χρηματικό ποσό των (200) ευρώ, μία ψηφιακή φωτογραφική μηχανή μάρκας OLYMPUS, ένα φορτιστή μπαταριών, οκτώ (8) επαναφορτιζόμενες μπαταρίες, την τσάντα της άνω μηχανής, ένα δερμάτινο πορτοφόλι που περιείχε το χρηματικό ποσό των 200 ευρώ, συνολικής αξίας περίπου (2.000) ευρώ, καθώς και την επαγγελματική ταυτότητα TEE. β)στις 14-4-2004 και κατά τις ώρες 10.30-15.00, στην οδό ..., διέρρηξαν με αιχμηρό αντικείμενο την κύρια είσοδο διαμερίσματος 4ου ορόφου, ιδιοκτησίας της ... και αφαίρεσαν το χρηματικό ποσό των (300) ευρώ. γ) Την 31-3-2004 και κατά τις ώρες 13.30-19.30, στην οδό ..., διέρρηξαν την κύρια είσοδο διαμερίσματος 8ου ορόφου, ιδιοκτησίας του ... και αφαίρεσαν ένα φορητό ηλεκτρονικό υπολογιστή, ένα εξωτερικό DVD, καθώς και έναν εξωτερικό σκληρό δίσκο Η/Υ συνολικής αξίας (4.800) ευρώ. δ) Στις 30-3-2004 και κατά τις ώρες 24.00- 07.00, στην οδό ..., διέρρηξαν την κύρια είσοδο ιατρείο 5ου ορόφου με σπρώξιμο, ιδιοκτησίας του ... και αφαίρεσαν την οθόνη και το πληκτρολόγιο του Η/Υ του ιατρείου συνολικής αξίας περίπου (700) ευρώ. ε) Περί τα μέσα Δεκεμβρίου 2003 και κατά τις νυχτερινές ώρες, σε ανεξακρίβωτη ειδικότερα, ημέρα, στην οδό ..., διέρρηξαν την κύρια είσοδο ισογείου καταστήματος "είδη αξεσουάρ", παραβιάζοντας την κλειδαριά, ιδιοκτησίας της ... και αφαίρεσαν το χρηματικό ποσό των (50) ευρώ σε κέρματα από την ταμειακή μηχανή, γυναικείες τσάντες, γάντια, καπέλα, σκούφους, συνολικής αξίας περίπου (600) ευρώ, καθώς και μία τσάντα με φορολογικά στοιχεία της επιχείρησης. στ) στις 17/18-4-2004 και κατά τις νυχτερινές ώρες, στην οδό ..., διέρρηξαν την κύρια είσοδο διαμερίσματος 4ου ορόφου, ιδιοκτησίας της ... και αφαίρεσαν ένα διαμαντένιο σταυρό αξίας 2500 ευρώ, ένα κολιέ μαργαριταρένιο αξία 500 ευρώ, ένα χρυσό περιδέραιο αξίας 500 ευρώ, ένα περιδέραιο χρυσό με διαμαντάκια αξίας 500 ευρώ, ένα βραχιόλι αξίας 500 ευρώ, τρεις χρυσές καδένες αξίας 300 ευρώ, μια αντίκα πορτατίφ, ένα χρυσό κόσμημα αξίας 200 ευρώ και ένα παιδικό σταυρό αξίας 100 ευρώ. ζ) στις 2/3-4-2004 και κατά τις ώρες 19.00-12.00, στην ενταύθα οδό ..., διέρρηξαν την κύρια είσοδο διαμερίσματος, ιδιοκτησίας του ... και αφαίρεσαν έναν Η/Υ, μία οθόνη, ένα MODEM συνολικής αξίας (2.700) ευρώ και ένα φορητό ραδιοκασετόφωνο με SD PLAYER αξίας 200 ευρώ. η) Κατά το χρονικό διάστημα από 25 έως 29-4-2004, σε ανεξακρίβωτη ειδικότερα ημερομηνία, στην οδό ..., διέρρηξαν την κύρια είσοδο διαμερίσματος 6ου ορόφου, παραβιάζοντας την κλειδαριά, ιδιοκτησίας της ... και αφαίρεσαν ένα κινητό τηλέφωνο, (64) χρυσές λίρες Αγγλίας, ένα χρυσό σταυρό με εννέα μεγάλα διαμάντια, ένα δακτυλίδι χρυσό με διάφορα πολύτιμα πετράδια, ένα βραχιόλι χρυσό με πολύτιμη πέτρα, δύο βραχιόλια χρυσά, ένα ανδρικό χρυσό δακτυλίδι μονόπετρο, πέντε χρυσά γυναικεία δακτυλίδια με πολύτιμες πέτρες, ένα χρυσό γυναικείο σταυρό, ένα χρυσό σταυρό ανδρικό, μία γυναικεία καδένα από λευκόχρυσο και χρυσό, μία αλυσίδα χρυσή, τρεις ασημένιες καρφίτσες, ένα συλλεκτικό χρυσό νόμισμα, συνολικής αξίας 20, 000, 00 ευρώ. θ) περί τα μέσα Μαρτίου 2004, σε ανεξακρίβωτη ειδικότερα ημερομηνία, στην οδό ..., διέρρηξαν διαμέρισμα 7ου ορόφου ιδιοκτησίας του ... και αφαίρεσε ένα DVD. ι) Στις 16/17-5-2004 και κατά τις νυχτερινές ώρες, στην οδό ..., διέρρηξαν την κυρία είσοδο διαμερίσματος 6ου ορόφου, ιδιοκτησίας του ... και αφαίρεσαν είδη ένδυσης, εργόχειρα και ένα σερβίτσιο συνολικής αξίας περίπου (1.500) ευρώ. α)Στις 6-2-2004 και κατά τις ώρες 15.00-18.00, στην οδό ..., διέρρηξαν γραφεία 3ου και 4ου ορόφου του Οργανισμού Επαγγελματικής Εκπαίδευσης και κατάρτισης (Ο.Ε.Ε.Κ.), παραβιάζοντας τις κύριες εισόδους και αφαίρεσαν μία τηλεόραση και ένα βίντεο. ιβ) στις 29-5-2004 και περί ώρα 20.00, στην οδό ...6, διέρρηξαν την κύρια είσοδο διαμερίσματος 6ου ορόφου, με ισχυρή πίεση, ιδιοκτησίας του ... και αφαίρεσαν ένα περιδέραιο με μαργαριτάρια και ζιργκονάκια, 10 ζεύγη σκουλαρίκια στρας, μαργαριτάρια με μπλε κύκλους και δουλεμένο κοράλι, μία καρφίτσα επίχρυση, ένα δακτυλίδι, χρυσό με μπλε πέτρα και μαργαριτάρια, ένα κολλιέ με ασημένιες βέργες, ένα κολλιέ από αχάτι, τυρκουάζ, κοράλι και αμέθυστο, τρία κοραλλένια κολιέ, ένα ρολόγι τετράγωνο, μία σακούλα γεμάτη με ημιπολύτιμες ακατέργαστες πέτρες, ένα ασημένιο βραχιόλι, ένα ζεύγος σκουλαρίκια από μαύρο μαργαριτάρι, ένα δακτυλίδι ασημένιο, ένα κινητό τηλέφωνο μάρκας ERICSSON με θήκη, μία επαγγελματική τσάντα καφέ χρώματος μαζί με έγγραφα και έντυπα και ένα ακουστικό βαρηκοΐας, καθώς και το διαβατήριο της συζύγου αυτού ..., ιγ) Στις15/16-5-2004, στην οδό ..., έχοντας συναποφασίσει να διαπράξουν κλοπή, διέρρηξαν το διαμέρισμα του 6ου ορόφου, ιδιοκτησίας του ..., εισήλθαν στο εσωτερικό αυτού, ερεύνησαν τους χώρους πλην όμως δεν ολοκλήρωσαν την άνω πράξη, όχι από δική τους βούληση αλλά από αίτια εξωτερικά και συγκεκριμένα διότι δεν βρήκαν τίποτα να αφαιρέσουν. Η δεύτερη κατηγορουμένη Χ, ενεργώντας μόνη της στις 27-7-2004 και κατά τις ώρες 12, 45- 16.15, στην οδό ..., διέρρηξε την κύρια είσοδο διαμερίσματος 4ου ορόφου ιδιοκτησίας της ... και αφαίρεσε το χρηματικό ποσό των 3.000 ευρώ περίπου και δύο μπιζουτιέρες με κοσμήματα χρυσαφικά συνολικής αξίας 1.300 ευρώ περίπου. Όλα τα ανωτέρω κινητά πράγματα τα αφαίρεσαν ή αποπειράθηκαν να τα αφαιρέσουν, με σκοπό να τα ιδιοποιηθούν παράνομα είτε από μόνος του ο καθένας, είτε από κοινού, έχοντας ενωθεί για να διαπράττουν κλοπές, είναι δε άτομα που διαπράττουν κλοπές κατ' επάγγελμα και κατά συνήθεια, καθόσον από την επανειλημμένη τέλεση κλοπών προκύπτει τόσο σκοπός πορισμού εισοδήματος, όσο και σταθερή ροπή τους για την τέλεση του εν λόγω εγκλήματος, ως στοιχείο της προσωπικότητάς τους. Περαιτέρω από το ίδιο ως άνω αποδεικτικό υλικό απεδείχθη ότι οι κατηγορούμενοι κατά το χρονικό διάστημα της υπ' αυτών τέλεσης των ως άνω πράξεων τους ήσαν εξαρτημένοι από την χρήση ναρκωτικών ουσιών και ευρίσκοντο σε πολύ κακή κατάσταση και δεν ενδιαφέροντο για τίποτε άλλο παρά μόνο για την ανεύρεση και κατανάλωση ναρκωτικών, ενώ η δεύτερη από αυτούς δεν ενδιεφέρετο για την διατροφή και ανάπτυξη της εξώγαμης θυγατέρας της. Λόγω της τοξικομανίας τους είχε μειωθεί σημαντικά η ικανότητά τους προς καταλογισμό. Επί τη βάσει τούτων, πρέπει να κηρυχθούν ένοχοι οι κατηγορούμενοι των ως άνω πράξεών τους, αναγνωρισμένης της συνδρομής ελαττωμένης ικανότητας προς καταλογισμό στο πρόσωπό τους, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 36 Π.Κ., απορριπτομένου ως αβασίμου κατ' ουσίαν του ισχυρισμού της δεύτερης κατηγορουμένης περί του ότι η όλη συνδρομή της στην τέλεση των από κοινού τελεσθεισών ως άνω πράξεων εξικνείτο μέχρι της απλής συνέργειας. Περαιτέρω το Δικαστήριο δέχεται ότι οι κατηγορούμενοι και μετά την τέλεση των ως άνω πράξεών τους επέδειξαν ειλικρινή μετάνοια προσπαθήσαντες να αποτοξινωθούν και να μειώσουν τις συνέπειες των ως άνω πράξεών τους (αρθρ. 84§2 εδ. δ' Π.Κ.). Αντιθέτως, δεν αποδείχθηκε συνδρομή περαιτέρω ελαφρυντικών περιστάσεων στο πρόσωπο της κατηγορουμένης και δη περί ωθήσεως αυτής στην τέλεση των ως άνω πράξεων από μεγάλη ένδεια ως και περί επίδειξης υπ' αυτής καλής συμπεριφοράς για σχετικά μεγάλο διάστημα μετά την πράξη τους (αρθρ. 84§2 εδ. β' & ε' Π.Κ.) και τα αντίθετα υπ' αυτής υποστηριζόμενα πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμα κατ' ουσίαν, αφού η υπ' αυτής διάπραξη των ως άνω αδικημάτων δεν οφειλόταν στην ένδεια αυτής αλλά στο πάθος της τοξικομανίας τους, προς δε δεν έχει παρέλθει μεγάλο χρονικό διάστημα από την ως άνω πράξη τους".
Στη συνέχεια, το Δικαστήριο της ουσίας την πιο πάνω κατηγορουμένη, Χ κήρυξε ένοχο των αξιοποίνων πράξεων των διακεκριμένων κλοπών από κοινού με τον προεκτεθέντα συγκατηγορούμενό της και μεμονωμένα, κατ' εξακολούθηση, τετελεσμένες και σε απόπειρα, έχοντας ενωθεί για να διαπράττουν κλοπές και ενεργώντας κατ' επάγγελμα και κατά συνήθεια και ειδικότερα του ότι: "στη ..., κατά τους παρακάτω αναφερόμενους χρόνους, με περισσότερες από μία πράξεις που συνιστούν εξακολούθηση του ιδίου εγκλήματος, ενεργώντας είτε μόνοι τους, είτε από κοινού έχοντας ενωθεί για να διαπράττουν κλοπές, και μετά από συναπόφασή τους να τελέσουν κλοπές, σε άλλες περιπτώσεις αφαίρεσαν από την κατοχή άλλων ξένα ολικά κινητά πράγματα με σκοπό να τα ιδιοποιηθούν παράνομα, και σε άλλες περιπτώσεις έχοντας αποφασίσει να τελέσουν κλοπές επεχείρησαν πράξεις που περιέχουν τουλάχιστον αρχή εκτελέσεως, χωρίς όμως οι πράξεις τους αυτές να ολοκληρωθούν όχι από δική τους βούληση αλλά από εξωτερικά αίτια, ενώ είναι πρόσωπα που διαπράττουν κλοπές κατ' επάγγελμα και κατά συνήθεια, Συγκεκριμένα: Α) Ενεργώντας από κοινού και μετά από συναπόφασή τους, έχοντας ενωθεί για να διαπράττουν κλοπές; α) Στις 30-3-2004 και κατά τις ώρες 17.00-19.00, στην οδό ..., διέρρηξαν την κύρια είσοδο διαμερίσματος 6ου ορόφου, παραβιάζοντας την κλειδαριά, ιδιοκτησίας της ... και αφαίρεσαν το χρηματικό ποσό των (200) ευρώ, μία ψηφιακή φωτογραφική μηχανή μάρκας OLYMPUS, ένα φορτιστή μπαταριών, οκτώ (8) επαναφορτιζόμενες μπαταρίες, την τσάντα της άνω μηχανής, ένα δερμάτινο πορτοφόλι που περιείχε το χρηματικό ποσό των 200 ευρώ, συνολικής αξίας περίπου (2.000) ευρώ, καθώς και την επαγγελματική ταυτότητα TEE. β) στις 14-4-2004 και κατά τις ώρες 10.30-15.00, στην οδό ..., διέρρηξαν με αιχμηρό αντικείμενο την κύρια είσοδο διαμερίσματος 4ου ορόφου, ιδιοκτησίας της ... και αφαίρεσαν το χρηματικό ποσό των (300) ευρώ. γ) Την 31-3-2004 και κατά τις ώρες 13.30-19.30, στην οδό ..., διέρρηξαν την κύρια είσοδο διαμερίσματος 8ου ορόφου, ιδιοκτησίας του ... και αφαίρεσαν ένα φορητό ηλεκτρονικό υπολογιστή, ένα εξωτερικό DVD, καθώς και έναν εξωτερικό σκληρό δίσκο Η/Υ συνολικής αξίας (4.800) ευρώ. δ) Στις 30-3-2004 και κατά τις ώρες 24.00-07.00, στην οδό ..., διέρρηξαν την κύρια είσοδο ιατρείο 5ου ορόφου με σπρώξιμο, ιδιοκτησίας του ... και αφαίρεσαν την οθόνη και το πληκτρολόγιο του Η/Υ του ιατρείου συνολικής αξίας περίπου (700) ευρώ. ε) Περί τα μέσα Δεκεμβρίου 2003 και κατά τις νυχτερινές ώρες, σε ανεξακρίβωτη ειδικότερα ημέρα, στην οδό ..., διέρρηξαν την κύρια είσοδο ισογείου καταστήματος "είδη αξεσουάρ", παραβιάζοντας την κλειδαριά, ιδιοκτησίας της ... και αφαίρεσαν το χρηματικό ποσό των (50) ευρώ σε κέρματα από την ταμειακή μηχανή, γυναικείες τσάντες, γάντια, καπέλα, σκούφους, συνολικής αξίας περίπου (600) ευρώ, καθώς και μία τσάντα με φορολογικά στοιχεία της επιχείρησης. στ) στις 17/18-4-2004 και κατά τις νυχτερινές ώρες, στην οδό ..., διέρρηξαν την κύρια είσοδο διαμερίσματος 4ου ορόφου, ιδιοκτησίας της ... και αφαίρεσαν ένα διαμαντένιο σταυρό αξίας 2500 ευρώ, ένα κολιέ μαργαριταρένιο αξία 500 ευρώ, ένα χρυσό περιδέραιο αξίας 500 ευρώ, ένα περιδέραιο χρυσό με διαμαντάκια αξίας 500 ευρώ, ένα βραχιόλι αξίας 500 ευρώ, τρεις χρυσές καδένες αξίας 300 ευρώ, μια αντίκα πορτατίφ, ένα χρυσό κόσμημα αξίας 200 ευρώ και ένα παιδικό σταυρό αξίας 100 ευρώ. ζ) στις 2/3-4-2004 και κατά τις ώρες 19.00-12.00, στην ενταύθα οδό ..., διέρρηξαν την κύρια είσοδο διαμερίσματος, ιδιοκτησίας του ... και αφαίρεσαν έναν Η/Υ, μία οθόνη, ένα MODEM συνολικής αξίας (2.700) ευρώ και ένα φορητό ραδιοκασετόφωνο με SD PLAYER αξίας 20U ευρώ. η) Κατά το χρονικό διάστημα από 25 έως 29-4-2004, σε ανεξακρίβωτη ειδικότερα ημερομηνία, στην οδό ..., διέρρηξαν την κύρια είσοδο διαμερίσματος 6°" ορόφου, παραβιάζοντας την κλειδαριά, ιδιοκτησίας της ... και αφαίρεσαν ένα κινητό τηλέφωνο, (64) χρυσές λίρες Αγγλίας, ένα χρυσό σταυρό με εννέα μεγάλα διαμάντια, ένα δακτυλίδι χρυσό με διάφορα πολύτιμα πετράδια, ένα βραχιόλι χρυσό με πολύτιμη πέτρα, δύο βραχιόλια χρυσά, ένα ανδρικό χρυσό δακτυλίδι μονόπετρο, πέντε χρυσά γυναικεία δακτυλίδια με πολύτιμες πέτρες, ένα χρυσό γυναικείο σταυρό, ένα χρυσό σταυρό ανδρικό, μία γυναικεία καδένα από λευκόχρυσο και χρυσό, μία αλυσίδα χρυσή, τρεις ασημένιες καρφίτσες, ένα συλλεκτικό χρυσό νόμισμα, συνολικής αξίας 20000, 00 ευρώ. θ)περί τα μέσα Μαρτίου 2004, σε ανεξακρίβωτη ειδικότερα ημερομηνία, στην οδό ..., διέρρηξαν διαμέρισμα 7ου ορόφου ιδιοκτησίας του ... και αφαίρεσε ένα DVD. ι) Στις 16/17-5-2004 και κατά τις νυχτερινές ώρες, στην οδό ..., διέρρηξαν την κύρια είσοδο διαμερίσματος 6ου ορόφου, ιδιοκτησίας του ... και αφαίρεσαν είδη ένδυσης, εργόχειρα και ένα σερβίτσιο συνολικής αξίας περίπου (1.500) ευρώ. ια)Στις 6-2-2004 και κατά τις ώρες 15, 00-18, 00, στην οδό ..., διέρρηξαν γραφεία 3ου και 4ου ορόφου του Οργανισμού Επαγγελματικής Εκπαίδευσης και κατάρτισης (Ο.Ε.Ε.Κ.), παραβιάζοντας τις κύριες εισόδους και αφαίρεσαν μία τηλεόραση και ένα βίντεο. Ιβ) στις 29-5-2004 και περί ώρα 20.00, στην οδό ..., διέρρηξαν την κύρια είσοδο διαμερίσματος 6ου ορόφου, με ισχυρή πίεση, ιδιοκτησίας του ... και αφαίρεσαν ένα περιδέραιο με μαργαριτάρια και ζιργκονάκια, 10 ζεύγη σκουλαρίκια στρας, μαργαριτάρια με μπλε κύκλους και δουλεμένο κοράλλι, μία καρφίτσα επίχρυση, ένα δακτυλίδι, χρυσό με μπλε πέτρα και μαργαριτάρια, ένα κολλιέ με ασημένιες βέργες, ένα κολλιέ από αχάτι, τυρκουάζ, κοράλλι και αμέθυστο, τρία κοραλλένια κολιέ, ένα ρολόγι τετράγωνο, μία σακούλα γεμάτη με ημιπολύτιμες ακατέργαστες πέτρες, ένα ασημένιο βραχιόλι, ένα ζεύγος σκουλαρίκια από μαύρο μαργαριτάρι, ένα δακτυλίδι ασημένιο, ένα κινητό τηλέφωνο μάρκας ERICSSON με θήκη, μία επαγγελματική τσάντα καφέ χρώματος μαζί με έγγραφα και έντυπα και ένα ακουστικό βαρηκοΐας, καθώς και το διαβατήριο της συζύγου αυτού ..., ιγ) Στις 15/16-5-2004, στην οδό ..., έχοντας συναποφασίσει να διαπράξουν κλοπή, διέρρηξαν το διαμέρισμα του 6ου ορόφου, ιδιοκτησίας του ..., εισήλθαν στο εσωτερικό αυτού, ερεύνησαν τους χώρους, πλην όμως δεν ολοκλήρωσαν την άνω πράξη, όχι από δική τους βούληση αλλά από αίτια εξωτερικά και συγκεκριμένα διότι δεν βρήκαν τίποτα να αφαιρέσουν.
Β) Η δεύτερη κατηγορουμένη Χ, ενεργώντας μόνη της στις 27-7-2004 και κατά τις ώρες 12.45- 16.15, στην οδό ..., διέρρηξε την κύρια είσοδο διαμερίσματος 4ου ορόφου ιδιοκτησίας της ... και αφαίρεσε το χρηματικό ποσό των 3.000 ευρώ περίπου και δύο μπιζουτιέρες με κοσμήματα χρυσαφικά συνολικής αξίας 1.300 ευρώ περίπου. Όλα τα ανωτέρω κινητά πράγματα τα αφαίρεσαν ή αποπειράθηκαν να τα αφαιρέσουν, με σκοπό να τα ιδιοποιηθούν παράνομα είτε από μόνος του ο καθένας, είτε από κοινού, έχοντας ενωθεί για να διαπράττουν κλοπές, είναι δε άτομα που διαπράττουν κλοπές κατ' επάγγελμα και κατά συνήθεια, καθόσον από την επανειλημμένη τέλεση κλοπών προκύπτει τόσο σκοπός πορισμού εισοδήματος, όσο και σταθερή ροπή τους για την τέλεση του εν λόγω εγκλήματος, ως στοιχείο της προσωπικότητάς τους.
Το Δικαστήριο δέχεται ότι οι κατηγορούμενοι κατά την τέλεση των πράξεών τους είχαν σημαντικά μειωμένη ικανότητα για καταλογισμό εξαιτίας διατάραξης των πνευματικών λειτουργιών και της συνείδησής τους λόγω τοξικομανίας (αρθρ.36 Π.Κ.).
Το Δικαστήριο δέχεται ότι οι κατηγορούμενοι έδειξαν ειλικρινή μετάνοια και επεδίωξαν να άρουν ή να μειώσουν τις συνέπειες των πράξεών τους (άρθρο 84§2 δ' ΠΚ)".
Ακολούθως, το δικάσαν Δικαστήριο, που κήρυξε ένοχο την πιο πάνω κατηγορουμένη για τις προαναφερόμενες αξιόποινες πράξεις, αφού αναγνώρισε σε αυτήν τα ελαφρυντικά της μειωμένης ικανότητας για καταλογισμό και ότι έδειξε ειλικρινή μετάνοια μετά τις πράξεις της, επέβαλε σε αυτήν ποινή φυλακίσεως τεσσάρων (4) ετών. Με βάση τις παραπάνω παραδοχές το Δικαστήριο της ουσίας διέλαβε στην προσβαλλόμενη απόφασή του την απαιτούμενη από τις αναφερόμενες διατάξεις του Συντάγματος και του ΚΠοινΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκθέτει σε αυτή με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία αποδείχθηκαν από την ακροαματική διαδικασία και συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση των άνω εγκλημάτων για τα οποία καταδικάστηκε η αναιρεσείουσα, τις αποδείξεις από τις οποίες συνήγαγε τα περιστατικά αυτά και τους συλλογισμούς, με βάση τους οποίους έκανε την υπαγωγή τους στις ουσιαστικές ποινικές διατάξεις των άρθρων 13 στ', 18 εδ. α', 26 παρ. 1α, 27 παρ. 1, 34, 36, 42, 45, 83, 84 παρ. 2δ', 98, 372 παρ. 1α' και 374 περ. δ' και ε' ΠΚ, τις οποίες ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε, χωρίς να τις παραβιάσει ούτε ευθέως, ούτε εκ πλαγίου και χωρίς να στερήσει έτσι την απόφαση από νόμιμη βάση. Ειδικότερα, αναφέρονται στην αιτιολογία της αποφάσεως 214-215/2008 του Πενταμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης, τα αποδεικτικά μέσα κατά το είδος τους (μάρτυρες, έγγραφα, απολογίες κατηγορουμένων), από τα οποία το Δικαστήριο συνήγαγε τα περιστατικά που εκτέθηκαν και οδηγήθηκε στην καταδικαστική του κρίση, ενώ δεν υπήρχε κατά νόμο ανάγκη να τα παραθέσει αναλυτικά και να εκθέσει τι προκύπτει χωριστά από το καθένα από αυτά. Και συγκεκριμένα έλαβε υπόψη του το Δικαστήριο της ουσίας και συνεκτίμησε μαζί με τα υπόλοιπα αποδεικτικά μέσα και τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων κατηγορίας, ..., ..., ..., ..., ..., ..., ... και ..., καθώς και την εξέταση του πολιτικώς ενάγοντος, ..., ο οποίος, όπως προκύπτει από τα άνω πρακτικά, εξετάσθηκε χωρίς όρκο στο ίδιο ακροατήριο.
Σύμφωνα με τα άνω λεχθέντα, το Δικαστήριο της ουσίας, προκειμένου να καταλήξει στην καταδικαστική κρίση του, οδηγήθηκε στις προαναφερόμενες παραδοχές, που αποτελούν την απαιτούμενη από τις πιο πάνω διατάξεις ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία. Συγκεκριμένα, κατά τρόπο σαφή και πλήρη, αναφέρονται όλα τα στοιχεία που συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος για το οποίο αυτή καταδικάστηκε, οι αποδείξεις από τις οποίες προέκυψαν αυτά και οι σκέψεις με τις οποίες έγινε η υπαγωγή των περιστατικών που αποδείχθηκαν στην ουσιαστική διάταξη που εφαρμόστηκε, χωρίς να εμφιλοχωρήσουν ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά. Για την πληρότητα δε της αιτιολογίας, είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού και διατακτικού, που αποτελούν ενιαίο σύνολο. Είναι αβάσιμες και πρέπει να απορριφθούν, οι επιμέρους αντίθετες αιτιάσεις της αναιρεσείουσας και συγκεκριμένα, ότι: 1) το σκεπτικό αποτελεί επανάληψη του διατακτικού, καθόσον από την προσβαλλόμενη απόφαση προκύπτει ότι όχι μόνον το σκεπτικό αυτής που είναι εκτενές περιέχει στοιχεία επιπλέον εκείνων τα οποία διαλαμβάνονται στο διατακτικό της, αλλά και διότι αυτό και μόνον το προβαλλόμενο ως άνω γεγονός δεν συνιστά έλλειψη στην αιτιολογία της απόφασης, όταν το διατακτικό της είναι αναλυτικό και πλήρες. Η σύμπτωση των περιστατικών που αναγράφονται στο σκεπτικό και το διατακτικό της αποφάσεως, δεν συνιστά έλλειψη αιτιολογίας, αφού τα περιστατικά αυτά του διατακτικού αποδείχθηκαν και όχι άλλα διαφορετικά. Ειδικότερα: α) με τον όρο "από κοινού" νοείται αντικειμενικά κοινός δόλος, δηλαδή κάθε συναυτουργός θέλει ή αποδέχεται την πραγμάτωση της αντικειμενικής υποστάσεως του διαπραττόμενου εγκλήματος, γνωρίζοντας ότι και οι λοιποί συμμέτοχοι πράττουν με δόλο τελέσεως του ίδιου εγκλήματος και δεν χρειαζόταν ιδιαίτερη σκέψη ως προς την ύπαρξη του κοινού δόλου, δεδομένου ότι αυτός, σύμφωνα με τα άνω εκτεθέντα, εμπεριέχεται στην έννοια της συναυτουργίας, ενυπάρχει δε περαιτέρω στη θέληση των συναυτουργών να πραγματώσουν τα πραγματικά περιστατικά που έγιναν δεκτά και συγκροτούν την αντικειμενική υπόσταση του συγκεκριμένου εγκλήματος και, επομένως, εξυπακούεται από αυτά, β) επαρκώς επίσης αιτιολογείται η συνδρομή στο πρόσωπο της αναιρεσείουσας των επιβαρυντικών περιστάσεων της κατ' επάγγελμα και κατά συνήθεια τελέσεως των ανωτέρω πράξεων, σύμφωνα με τις παραδοχές της προσβαλλόμενης αποφάσεως ότι από την επανειλημμένη τέλεση κλοπών προκύπτει, αφενός σκοπός πορισμού εισοδήματος, αφετέρου σταθερή ροπή της για την τέλεση του εν λόγω εγκλήματος, ως στοιχείο της προσωπικότητάς της. Ο ισχυρισμός της περί χαρακτηρισμού της πράξεως ως απλής συνέργειας στις κλοπές, διότι πουθενά στην απόφαση δεν θεμελιώνεται ότι αυτή ήταν φυσική αυτουργός των πράξεων που της αποδίδονται, δεν είναι αυτοτελής αλλά αρνητικός της κατηγορίας και, ως εκ τούτου, το Δικαστήριο δεν είχε υποχρέωση να απαντήσει και πολύ περισσότερο να αιτιολογήσει την απόρριψή του, ανεξάρτητα του ότι η αιτιολογία για τον αρνητικό αυτόν ισχυρισμό, εμπεριέχεται από τα πράγματα στην κύρια αιτιολογία της αποφάσεως για την ενοχή αλλά και ειδικά στο σκεπτικό της αποφάσεως για την ενοχή αλλά και ειδικά στο σκεπτικό της αποφάσεως. Και 2) με την προσβαλλόμενη απόφαση, χωρίς ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία απορρίφθηκαν από το Δικαστήριο οι αυτοτελείς ισχυρισμοί που προέβαλε στο ακροατήριο δια του συνηγόρου της να της αναγνωρισθούν και οι ελαφρυντικές περιστάσεις: α) ότι ωθήθηκε στην τέλεση των κλοπών από μεγάλη ένδεια και β) ότι επέδειξε καλή συμπεριφορά για σχετικά μεγάλο διάστημα μετά τις πράξεις. Για τους ισχυρισμούς αυτούς, που είναι αυτοτελείς, σημειώνεται ότι, κατά την έννοια των διατάξεων των άρθρων 83 και 84 του ΠΚ, το δικαστήριο της ουσίας, κατά τον ακροαματικό έλεγχο κάθε υποθέσεως, ερευνά μεν αυτεπαγγέλτως αν συντρέχουν οι προβλεπόμενες από το δεύτερο ως άνω άρθρο ελαφρυντικές περιστάσεις, οι οποίες επιφέρουν μείωση της ποινής, δεν είναι όμως υποχρεωμένο να προβεί οίκοθεν στην αιτιολόγηση της μη συνδρομής τέτοιας περίστασης. Εφόσον όμως υποβληθεί από τον κατηγορούμενο ή τον συνήγορό του, τέτοιος ισχυρισμός, περί αναγνωρίσεως σ' αυτόν μιας ή περισσοτέρων από τις ελαφρυντικές αυτές περιστάσεις, το Δικαστήριο έχει υποχρέωση να τον ερευνήσει και, αν τον απορρίψει, να αιτιολογήσει ειδικά και εμπεριστατωμένα την κρίση του. Προϋπόθεση, όμως, της εξετάσεως της ουσιαστικής βασιμότητας τέτοιου αυτοτελούς ισχυρισμού αποτελεί η προβολή αυτού κατά τρόπο σαφή και ορισμένο, με όλα δηλαδή τα πραγματικά περιστατικά που είναι αναγκαία για τη θεμελίωση της επικαλούμενης ελαφρυντικής περιστάσεως. Μόνη η επίκληση της νομικής διατάξεως που προβλέπει την ελαφρυντική περίσταση ή τον χαρακτηρισμό με τον οποίον είναι αυτή γνωστή στη νομική ορολογία, καθιστά τον σχετικό ισχυρισμό αόριστο, στον οποίο, ως τέτοιον, δεν έχει υποχρέωση το Δικαστήριο της ουσίας να απαντήσει ή να δικαιολογήσει ειδικά τη σιωπηρή ή ρητή απόρριψή του. Ως ελαφρυντικές περιστάσεις θεωρούνται, μεταξύ άλλων, οι προβλεπόμενες από την παρ. 2 του άρθρου 84 του ΠΚ, με στοιχεία β' και ε', ότι στην πράξη του ωθήθηκε από όχι ταπεινά αίτια ή από μεγάλη ένδεια ή διατελώντας υπό την επίδραση σοβαρής απειλής κλπ (στοιχ. β), και ότι ο υπαίτιος συμπεριφέρθηκε καλά για σχετικά μεγάλο διάστημα μετά την πράξη του (στοιχ. ε'). Κατά την έννοια της παραπάνω διατάξεως, για να αναγνωρισθεί η ελαφρυντική περίσταση της καλής συμπεριφοράς μετά την πράξη, πρέπει η συμπεριφορά αυτή να εκτείνεται σε μεγάλο σχετικά χρονικό διάστημα και υπό καθεστώς ελευθερίας του υπαιτίου, διότι τότε μόνον η επιλογή του αντανακλά στη γνήσια ψυχική του στάση και παρέχει αυθεντική μαρτυρία για την ποιότητα του ήθους του και της κοινωνικής προδιαθέσεώς του, ήτοι απαιτείται, εκτός από το μεγάλο σχετικά χρονικό διάστημα, η συνδρομή και άλλων περιστατικών δηλωτικών της αρμονικής κοινωνικής συμβίωσης του δράστη μετά την πράξη.
Στην προκείμενη περίπτωση, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφαση, η αναιρεσείουσα κατηγορουμένη, με αυτοτελείς ισχυρισμούς που κατέθεσε ο συνήγορός της εγγράφως και ανέπτυξε και προφορικά στο ακροατήριο, ζήτησε να αναγνωρισθούν στο πρόσωπό της οι ελαφρυντικές περιστάσεις του άρθρου 84 παρ. 2 εδ. β' και ε' του του ΠΚ. Σχετικά με το ελαφρυντικό του εδ. β', εξέθεσε ότι "δεν τέλεσα τις πράξεις μου από ταπεινά ελατήρια, αλλά ένεκα της αρρώστιας μου και του πάθους μου για τα ναρκωτικά και της εξάρτησής μου από τον συγκατηγορούμενό μου για την εξασφάλιση αυτών", για δε το ελαφρυντικό του εδ. ε' της αυτής διατάξεως του ΠΚ, εξέθεσε ότι "συμπεριφέρθηκα καλά μετά τις πράξεις μου, καθώς εμφανίστηκα αυθορμήτως για να δικασθώ πρωτόδικα, η διαγωγή μου στη Δικαστική Φυλακή ... κατά την διάρκεια του εγκλεισμού μου σε αυτήν ήταν καλή, τήρησα ανελλιπώς τους περιοριστικούς όρους με τους οποίους αποφυλακίστηκα και προσπαθώ να αποτοξινωθώ παρακολουθώντας το πρόγραμμα απεξάρτησης". Το δικάσαν Δικαστήριο, αφού χορήγησε στην αναιρεσείουσα τα ελαφρυντικά του μειωμένου καταλογισμού και του προτέρου εντίμου βίου (ΠΚ 36 και 84 παρ. 2α' αντίστοιχα), απέρριψε κατ' ουσίαν το αίτημα για χορήγηση των άνω δύο (2) ελαφρυντικών με την αιτιολογία ότι η κατηγορουμένη κατά τον χρόνο τελέσεως των κλοπών ευρίσκετο σε πολύ κακή κατάσταση και δεν ενδιαφερόταν για τίποτε άλλο παρά μόνον για την ανεύρεση και κατανάλωση ναρκωτικού και δεν ενδιαφερόταν για την διατροφή και ανάπτυξη της εξώγαμης θυγατέρας της. Ανεξάρτητα του ότι ως προς τη χορήγηση του πρώτου ελαφυντικού, ο ισχυρισμός της ήταν αόριστος, αφού δεν εκθέτει πραγματικά περιστατικά, ως προς το δεύτερο δ, της καλής συμπεριφοράς, δεν αναφέρονται επίσης πραγματικά περιστατικά, ούτε η χρονική διάρκεια αυτής, χωρίς να αρκεί η καλή διαγωγή στις φυλακές, διότι η διάταξη αναφέρεται στη διαγωγή της στην κοινωνία, το άνω Δικαστήριο έχει πλήρη και εμπεριστατωμένη αιτιολογία ως προς την απορριπτική των άνω ισχυρισμών απόφασή του.
Επομένως, ο από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' ΚΠΔ λόγος αναιρέσεως της κρινόμενης αιτήσεως, με τον οποίο αποδίδονται στην προσβαλλόμενη απόφαση πλημμέλειες της ελλείψεως ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, αλλά και ο αυτεπαγγέλτως κατά την ΚΠΔ 511, εφόσον είναι παραδεκτός ο άνω λόγος, έτερος λόγος από το ίδιο άρθρο και παράγραφο, περ. Ε', εξεταζόμενος, της ελλείψεως νόμιμης βάσεως, πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι. Κατά τα λοιπά, με τους πιο πάνω λόγους αναιρέσεως, πλήττεται απαραδέκτως η άνω απόφαση για εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων και των πραγματικών περιστατικών.
Κατόπιν αυτών, εφόσον δεν υπάρχει άλλος παραδεκτός λόγος αναιρέσεως για έρευνα, πρέπει να απορριφθεί η κρινόμενη αίτηση στο σύνολό της και να καταδικαστεί η αναιρεσείουσα στα δικαστικά έξοδα (ΚΠΔ 583 παρ.1).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 9 Απριλίου 2008 (υπ' αριθ. πρωτ. 6/2008 ενώπιον του Γραμματέα του Εφετείου Θεσσαλονίκης) αίτηση της Χ, για αναίρεση της υπ' αριθ. 214-215/2008 αποφάσεως του Πενταμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης. Και
Καταδικάζει την αναιρεσείουσα στα δικαστικά έξοδα, που ανέρχονται σε διακόσια είκοσι (220) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 10 Νοεμβρίου 2009. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 19 Νοεμβρίου 2009.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
ΣΤ' Ποινικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Δημήτριο Πατινίδη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Χαράλαμπο Παπαηλιού, Νικόλαο Κωνσταντόπουλο - Εισηγητή, Παναγιώτη Ρουμπή και Γεώργιο Μπατζαλέξη, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 22 Σεπτεμβρίου 2009, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Νικολάου Μαύρου (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Πελαγίας Λόζιου, για να δικάσει την αίτηση της αναιρεσείουσας - κατηγορουμένης Χ, που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Ιωάννη Χατζηαντωνίου, περί αναιρέσεως της 214-215/2008 αποφάσεως του Πενταμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης. Με πολιτικώς ενάγοντες τους: 1) ΟΡΓΑΝΙΣΜΟ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΡΤΙΣΗΣ με τον τίτλο "Ο.Ε.Ε.Κ.", που εδρεύει στην Νέα Ιωνία και εκπροσωπείται νόμιμα, και 2) ..., που δεν παραστάθηκαν στο ακροατήριο. Με συγκατηγορούμενο τον .... Το Πενταμελές Εφετείο Θεσσαλονίκης, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή και η αναιρεσείουσα - κατηγορουμένη ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 9.4.2008 αίτησή της αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 732/2008.
Αφού άκουσε Τον πληρεξούσιο δικηγόρο της αναιρεσείουσας, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά, καθώς και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναιρέσεως.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά τη διάταξη του αρ. 372 παρ. 1 ΠΚ, όποιος αφαιρεί ξένο (ολικά ή εν μέρει) κινητό πράγμα από την κατοχή άλλου με σκοπό να το ιδιοποιηθεί παράνομα τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών και αν το αντικείμενο της κλοπής είναι ιδιαίτερα μεγάλης αξίας με φυλάκιση τουλάχιστον δύο ετών. Κατά την έννοια της διάταξης αυτής, η οποία προστατεύει το δικαίωμα της ιδιοκτησίας, για τη στοιχειοθέτηση του εγκλήματος της κλοπής απαιτείται να αφαιρέσει ο δράστης με θετική ενέργεια, από την κατοχή άλλου ξένο ολικά ή εν μέρει κινητό πράγμα με σκοπό να το ιδιοποιηθεί παράνομα. Η αξία του αντικειμένου της κλοπής δεν αποτελεί στοιχείο της αντικειμενικής υπόστασής της και εφόσον αυτή δεν χαρακτηρίστηκε ως κλοπή με αντικείμενο ιδιαιτέρως μεγάλης αξίας, πράγμα που αποτελεί επιβαρυντική περίσταση του εγκλήματος αυτού και κρίνεται ανελέγκτως από το δικαστήριο της ουσίας, δεν απαιτείται ειδικότερος προσδιορισμός της αξίας του πράγματος που παράνομα αφαιρέθηκε. Περαιτέρω, κατά το αρ. 45 ΠΚ, αν δύο ή περισσότεροι τέλεσαν από κοινού αξιόποινη πράξη, ο καθένας τους τιμωρείται ως αυτουργός της πράξεως. Με τον όρο από κοινού νοείται αντικειμενικά σύμπραξη στην εκτέλεση της κυρίας πράξεως και υποκειμενικά κοινός δόλος, δηλαδή ο κάθε συμμέτοχος θέλει ή αποδέχεται την πραγμάτωση της αντικειμενικής υπόστασης του διαπραττόμενου εγκλήματος, γνωρίζοντας ότι και οι λοιποί συμμέτοχοι πράττουν με δόλο τελέσεως του ίδιου εγκλήματος. Η σύμπραξη στην εκτέλεση της κυρίας πράξεως μπορεί να συνίσταται ή στο ότι ο καθένας πραγματώνει την όλη αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος, ή ότι το έγκλημα πραγματώνεται με συγκλίνουσες επί μέρους πράξεις των συμμετοχών ταυτόχρονες ή διαδοχικές, χωρίς να απαιτείται η εξειδίκευση των ενεργειών κάθε δράστη. Εξάλλου, κατά τη διάταξη του αρ. 374 περ. θ' του ΠΚ, η κλοπή τιμωρείται με κάθειρξη μέχρι δέκα ετών, αν τελέστηκε από δύο ή περισσότερους, που είχαν ενωθεί να διαπράττουν κλοπές η ληστείες. Κατά την έννοια της διατάξεως αυτής, με την οποία δεν καθιερώνεται προσωπικός λόγος επιτάσεως της ποινής του βασικού εγκλήματος της κλοπής, αλλά η προβλεπόμενη από αυτή περίπτωση, καθώς και οι λοιπές στο ανωτέρω αρ. 374 αναφερόμενες περιπτώσεις, ανάγεται στην αντικειμενική υπόσταση της διακεκριμένης κλοπής, που έχει κακουργηματικό χαρακτήρα, για τη συνδρομή της ενδιαφέρουσας αυτής επιβαρυντικής περίστασης απαιτείται η ένωση δύο ή περισσότερων προσώπων με σκοπό τη διάπραξη απροσδιόριστης σειράς κλοπών ή ληστειών, κατ' εξακολούθηση ή όχι, γνώση καθενός από αυτούς ότι είναι ενωμένοι για τον ανωτέρω σκοπό και θέληση για τη διάπραξη κλοπών ή ληστειών. Η ένωση δύο ή περισσότερων προσώπων, με σκοπό τη διάπραξη απροσδιόριστου αριθμού κλοπών ή ληστειών, αντιδιαστέλλεται εννοιολογικά από την περιστασιακή συναυτουργική δράση περισσότερων προσώπων, οι οποίοι, κατά την έννοια του αρ. 45 του ΠΚ, κατ' αληθή πραγματική ομοειδή συρροή, συμπράττουν στην από κοινού τέλεση μιας ή περισσότερων μερικότερων πράξεων κλοπής (άρ. 45, 98 παρ. 1, 372 παρ. 1 του ΠΚ), είτε πραγματώνοντας καθένας την όλη αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος της κλοπής, είτε διαπράττοντας ως συναυτουργοί με ενότητα δόλου συγκλίνουσες επί μέρους πράξεις, ταυτόχρονες ή διαδοχικές, κατατείνουσες στην πραγμάτωση του εγκλήματος της κλοπής. Επίσης, κατά το αυτό άρθρο (374) εδ. ε' του ΠΚ, η κλοπή τιμωρείται με κάθειρξη μέχρι δέκα ετών αν η πράξη τελέστηκε από πρόσωπο που διαπράττει κλοπές ή ληστείες κατ' επάγγελμα ή κατά συνήθεια. Ειδικότερα από το αρ. 13 εδ. στ' του ΠΚ προκύπτει ότι για τη συνδρομή της επιβαρυντικής περίστασης της τέλεσης της κλοπής κατ' επάγγελμα απαιτείται αντικειμενικά μεν επανειλημμένη τέλεση αυτής, χωρίς απαραιτήτως να έχει προηγηθεί και καταδίκη του δράστη, υποκειμενικά δε σκοπός αυτού να πορισθεί εισόδημα από την επανειλημμένη τέλεση του ως άνω εγκλήματος. Επίσης κατ' επάγγελμα τέλεση συντρέχει και όταν η αξιόποινη πράξη τελείται για πρώτη φορά, όχι όμως ευκαιριακώς, αλλά βάσει σχεδίου, δηλαδή όταν από την υποδομή που έχει διαμορφώσει ο δράστης και την οργανωμένη ετοιμότητά του με πρόθεση επανειλημμένης τέλεσης, προκύπτει σκοπός αυτού για πορισμό εισοδήματος. Κατά συνήθεια δε τέλεση υπάρχει, όταν από την επανειλημμένη τέλεση της πράξης προκύπτει σταθερή ροπή του δράστη αυτής ως στοιχείο της προσωπικότητας αυτού.
Η καταδικαστική απόφαση έχει την απαιτούμενη, κατά τα άρθρα 93 παρ.3 του Συντάγματος και 139 ΚΠοινΔ, ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον από άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Δ' του ίδιου Κώδικα λόγο αναιρέσεως, όταν αναφέρονται σε αυτή με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την αποδεικτική διαδικασία, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του Δικαστηρίου για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις που τα θεμελιώνουν και οι νομικές σκέψεις υπαγωγής των περιστατικών αυτών στην ουσιαστική ποινική διάταξη που εφαρμόσθηκε. Για την ύπαρξη τέτοιας αιτιολογίας είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού με το διατακτικό που αποτελούν ενιαίο σύνολο και σε σχέση με τα αποδεικτικά μέσα πρέπει να προκύπτει με βεβαιότητα ότι έχουν ληφθεί όλα στα σύνολό τους και όχι ορισμένα μόνον από αυτά. Για τη βεβαιότητα δε αυτή αρκεί να μνημονεύονται όλα, έστω κατά το είδος τους (μάρτυρες, έγγραφα, κλπ.), χωρίς ανάγκη ειδικότερης αναφοράς τους και μνείας του τι προέκυψε χωριστά από καθένα από αυτά, ενώ το γεγονός ότι εξαίρονται ορισμένα αποδεικτικά μέσα δεν υποδηλώνει ότι δεν λήφθηκαν υπόψη τα άλλα. Δεν αποτελούν όμως λόγους αναιρέσεως η εσφαλμένη εκτίμηση εγγράφων, η εσφαλμένη αξιολόγηση των καταθέσεων των μαρτύρων, η παράλειψη αναφοράς και αξιολογήσεως κάθε αποδεικτικού στοιχείου χωριστά και η παράλειψη της μεταξύ τους αξιολογικής συσχετίσεως των αποδεικτικών στοιχείων, καθόσον στις περιπτώσεις αυτές πλήττεται η αναιρετικώς ανέλεγκτη κρίση του Δικαστηρίου της ουσίας. Εξάλλου, η κατά τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠοινΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον εκ του άρθρου 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' ΚΠοινΔ λόγο αναιρέσεως, απαιτείται όχι μόνον για την απόφαση περί της ενοχής, δηλαδή την καταδικαστική ή απαλλακτική για την κατηγορία απόφαση του δικαστηρίου, αλλά για όλες τις αποφάσεις, ανεξάρτητα αν αυτές είναι οριστικές ή παρεμπίπτουσες ή αν η έκδοσή τους αφήνεται στη διακριτική, ελεύθερη ή ανέλεγκτη κρίση του δικαστή που τις εξέδωσε. Έτσι, η παρεμπίπτουσα, απόφαση που απορρίπτει την αίτηση του κατηγορουμένου περί αναβολής της δίκης λόγω σημαντικών αιτίων κατ' άρθρο 349 παρ. 1 ΚΠΔ, πρέπει να είναι ιδιαίτερα αιτιολογημένη, παρά το ότι η παραδοχή ή απόρριψη τέτοιας αιτήσεως έχει αφεθεί στην ανέλεγκτη κρίση του δικαστηρίου, δηλαδή να αναφέρει στο αιτιολογικό της τα αποδεικτικά μέσα που εκτιμήθηκαν, τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν και τις σκέψεις, βάσει των οποίων το δικαστήριο κατέληξε στην απορριπτική της αιτήσεως αυτής κρίση του. Περαιτέρω, κατά την διάταξη του αρ. 21 παρ.1 στοιχ. α' και β' του Ν. 2331/1995, σε περίπτωση εγκλήματος του αρ. 5 του Ν. 1729/1987, όπως ισχύει, ως και σε περίπτωση εγκλήματος που φέρεται ότι τελέστηκε για να διευκολυνθεί η χρήση ναρκωτικών ουσιών, εφόσον τα εγκλήματα αυτά έχουν τελεσθεί από πρόσωπο που απέκτησε την έξη της χρήσεως ναρκωτικών ουσιών και δεν μπορεί να την αποβάλει με δικές του δυνάμεις, η υποβολή του δράστη αυτών, που έχει την ιδιότητα του τοξικομανούς, σε θεραπευτική αγωγή εγκεκριμένου από τον νόμο θεραπευτικού προγράμματος ψυχικής απεξάρτησης αποτελεί σημαντικό αίτιο αναβολής της δίκης, κατά την έννοια του αρ. 349 του ΚΠΔ, κατά τo χρονικό διάστημα της θεραπευτικής αγωγής, κατά το οποίο αναστέλλεται και η παραγραφή οποιουδήποτε εγκλήματος του θεραπευομένου. Από το συνδυασμό των διατάξεων αυτών προκύπτει ότι είναι υποχρεωτική η παραδοχή του αιτήματος του κατηγορουμένου για αναβολή της δίκης λόγω υποβολής του σε θεραπευτική αγωγή ψυχικής απεξάρτησης από την έξη της χρήσης ναρκωτικών ουσιών. Και τούτο διότι η διάταξη αυτή αποσκοπεί στην χωρίς διακοπή ολοκλήρωση του θεραπευτικού προγράμματος απεξάρτησης, έτσι ώστε να επιτευχθεί ταχύτερα η κοινωνική επανένταξη των προσώπων αυτών, ο σκοπός δε αυτός συνάγεται από το όλο πλέγμα των διατάξεων του αρ. 21 Ν. 2331/1995. Στην περίπτωση όμως κατά την οποία η παρακολούθηση του θεραπευτικού προγράμματος ψυχικής απεξάρτησης γίνεται από τον εξαρτημένο στη χρήση ναρκωτικών ουσιών όχι με πραγματικό σκοπό την απεξάρτησή του από τις ουσίες αυτές, αλλά προκειμένου να χρησιμοποιηθεί ως πρόσχημα για να αποφύγει αυτός την εκδίκαση της υποθέσεώς του, η εν λόγω διάταξη δεν εφαρμόζεται. Αυτό συμβαίνει στην περίπτωση κατά την οποία η εγγραφή στο πρόγραμμα γίνεται ενόψει εκδικάσεως της υποθέσεως και στη συνέχεια, ο εξαρτημένος στη χρήση ναρκωτικών κατηγορούμενος, αφού επιτύχει τη χορήγηση της προβλεπόμενης από το νόμο υποχρεωτικής αναβολής της δίκης, κατ' αρ. 349 ΚΠΔ, εγκαταλείπει την παρακολούθηση του προγράμματος για να την αρχίσει και πάλι με τον ίδιο πιο πάνω σκοπό, με αποτέλεσμα όχι μόνο να μην επιτυγχάνεται ο σκοπός της πιο πάνω διατάξεως, δηλαδή η ταχύτερη η κοινωνική επανένταξη του εξαρτημένου στη χρήση ναρκωτικών κατηγορουμένου, αλλά, αντίθετα, να επιτυγχάνονται αντίθετα με τον σκοπό αυτόν αποτελέσματα. Τούτο δε, διότι ο εν λόγω κατηγορούμενος, μη έχοντας διάθεση απεξαρτήσεως, χρησιμοποιεί την τοξικομανία του επικαλούμενος τις πιο πάνω διατάξεις, προκειμένου να επιτύχει την ατιμωρησία του την οποία θεωρεί εξασφαλισμένη όσο αυτός εξακολουθεί να είναι τοξικομανής. Ενόψει αυτών, στην προαναφερόμενη περίπτωση προσχηματικής παρακολούθησης προγράμματος απεξάρτησης, δεν βρίσκει έδαφος εφαρμογής η διάταξη του αρ. 21 του Ν. 2331/1995 για τη χορήγηση υποχρεωτικής αναβολής, κατ' αρ. 349 ΚΠΔ. Στην προκειμένη περίπτωση, το Πενταμελές Εφετείο Θεσσαλονίκης, που δίκασε κατ' έφεση, όπως προκύπτει από την παρεμπίπουσα απόφασή του, η οποία προηγήθηκε της προσβαλλόμενης 214-215/2008 κυρίας αποφάσεώς του και θεωρείται ότι συμπροσβάλλεται με την τελευταία (άρθρο 504 παρ. 4 ΚΠοινΔ), απέρριψε αίτηση της αναιρεσείουσας - κατηγορουμένης για αναβολή της δίκης κατ' άρθρο 349 παρ. 1 ΚΠοινΔ σε συνδ. προς άρθρο 21 παρ. 1 του Ν. 2331/95, υποβληθέν από τον συνήγορό της και συγκεκριμένα, όπως ακριβώς αναφέρεται στα πιο πάνω πρακτικά: "Ο συνήγορος υπεράσπισης της κατηγορουμένης Χ, αφού ζήτησε και έλαβε το λόγο από τον Πρόεδρο, δήλωσε ότι ζητάει τον χωρισμό της δίκης της προκειμένης υπόθεσης κατά της πελάτισσάς του από αυτή του συγκατηγορουμένου της και την αναβολή της εκδίκασης κατ' άρθρο 21 §1α του 2331/95 επειδή παρακολουθεί το Πρόγραμμα Εναλλακτικής Θεραπείας Εξαρτημένων Ατόμων του ΚΕΘΕΑ "ΙΘΑΚΗ" και προσκόμισε στο Δικαστήριο την με αριθμ. πρωτ. 333/135/28-1-2008 Βεβαίωση του Ειδικού Βοηθού Δ/ντή του ΚΕΘΕΑ "ΙΘΑΚΗ" ..., την από 1-2-2008 Ιατρική Γνωμάτευση του ιατρού ... Ψυχιάτρου-Ψυχοθεραπευτη, και την αριθμ. ... Ληξιαρχική Πράξη Γέννησης του Ληξιάρχου Θεσσαλονίκης, τα οποία ανέγνωσε ο Πρόεδρος δημόσια στο ακροατήριο".
Ακολούθως, το άνω Δικαστήριο απέρριψε το αίτημα αναβολής της κατηγορουμένης, με την παρακάτω κατά λέξη αιτιολογία: "Επειδή, κατά το άρθρο 21 παρ.1 εδ. β' του Ν. 2331/1995, η υποβολή χρήστη ναρκωτικών ουσιών σε θεραπευτική αγωγή εγκεκριμένου κατά νόμο θεραπευτικού προγράμματος ψυχικής απεξάρτησης αποτελεί σημαντικό αίτιο κατά την έννοια του άρθρου 349 Κ.Ποιν.Δικ., το Δικαστήριο μπορεί να διατάξει την αναβολή της δίκης μέχρις ότου ολοκληρωθεί η εν λόγω θεραπευτική αγωγή. Στην προκειμένη περίπτωση, από την ανάγνωση των προσκομισθέντων εγγράφων και ειδικότερα από την με αριθμ. πρωτ. 333/135/28-1-2008 Βεβαίωση του Ειδικού βοηθού Δ/ντή του ΚΕΘΕΑ "ΙΘΑΚΗ" ..., την από 1-2-2008 Ιατρική Γνωμάτευση του ιατρού ..., Ψυχιάτρου - Ψυχοθεραπευτή, και την αριθμ. ... Ληξιαρχική Πράξη Γέννησης του Ληξιάρχου Θεσσαλονίκης που αναγνώσθηκαν δημοσία στο ακροατήριο και την όλη αποδεικτική διαδικασία γενικά, προέκυψαν τα εξής: η κατηγορουμένη Χ είναι χρήστης ναρκωτικών, στις 6.3.2002 προσήλθε στο ΚΕΘΕΑ "ΙΘΑΚΗ" και πραγματοποίησε ατομικό ραντεβού και από τις 7.3.02 έως τις 15.4.02 συμμετείχε στο Πρόγραμμα Εναλλακτικής Θεραπείας Εξαρτημένων Ατόμων όπου και διέκοψε οικειοθελώς, στις 10.5.02 και 19.7.02 πραγματοποίησε ξανά ατομικό ραντεβού και από 21.7.05 έως τις 21.9.05 συμμετείχε στο εν λόγω πρόγραμμα όπου και διέκοψε οικειοθελώς, στις 23.9.05 πραγματοποίησε εκ νέου ατομικό ραντεβού και από τις 11.10.05 έως και 10.11.05, όπου και διέκοψε και πάλι οικειοθελώς την ολοκλήρωση του προγράμματος. Στις 17.12.07 και 22.01.08 πραγματοποίησε εκ νέου, για τετάρτη φορά, ατομικό ραντεβού και συμμετέχει έως και σήμερα στο πρόγραμμα. Εκ των ανωτέρω αποδείχθηκε ότι για την εν λόγω κατηγορουμένη δεν συντρέχουν οι παραπάνω αναφερόμενες προϋποθέσεις του σημαντικού αιτίου, καθόσον αν και εισήχθη επί τέσσερις φορές δεν συμμετείχε με συνέπεια στο Πρόγραμμα Εναλλακτικής Θεραπείας Εξαρτημένων Ατόμων του ΚΕΘΕΑ "ΙΘΑΚΗ" και οικειοθελώς διέκοπτε το πρόγραμμα χωρίς να δείξει θέληση να το ολοκληρώσει. Κατά συνέπεια, πρέπει να απορριφθεί το περί αναβολής αίτημα της κατηγορουμένης". Στην συνέχεια το Δικαστήριο, μετά την απόρριψη του παραπάνω αιτήματος αναβολής, προέβη στην έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασής του. Η προαναφερόμενη αιτιολογία είναι η επιβαλλόμενη από τις ανωτέρω διατάξεις του Συντάγματος και του ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη, αφού αναφέρονται σ' αυτήν τα αποδεικτικά μέσα που εκτιμήθηκαν, τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν και οι σκέψεις, με βάση τις οποίες το δικαστήριο κατέληξε στην απορριπτική, περί της αιτήσεως αναβολής, κρίση του. Κατά συνέπεια, ο σχετικός κατά το τρίτο σκέλος του από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' ΚΠΔ συναφής λόγος της κρινόμενης αιτήσεως, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος.
Περαιτέρω, κατά το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Ε' ΚΠοινΔ, λόγο αναιρέσεως αποτελεί και η εσφαλμένη ερμηνεία ή εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διατάξεως. Εσφαλμένη ερμηνεία υπάρχει όταν ο Δικαστής αποδίδει στο νόμο διαφορετική έννοια από εκείνη που πραγματικά έχει, ενώ εσφαλμένη εφαρμογή υπάρχει όταν το Δικαστήριο της ουσίας δεν υπάγει σωστά τα πραγματικά περιστατικά που δέχτηκε ότι αποδείχθηκαν στη διάταξη που εφαρμόσθηκε. Περίπτωση δε εσφαλμένης εφαρμογής ουσιαστικής ποινικής διατάξεως συνιστά και η εκ πλαγίου παραβίαση της διατάξεως αυτής, η οποία υπάρχει, όταν στο πόρισμα της αποφάσεως, που περιλαμβάνεται στο συνδυασμό του αιτιολογικού με το διατακτικό και ανάγεται στα στοιχεία και την ταυτότητα του εγκλήματος, έχουν εμφιλοχωρήσει ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά, με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο αναιρετικός έλεγχος της ορθής ή μη εφαρμογής του νόμου, οπότε η απόφαση στερείται νόμιμης βάσεως. Με τα λοιπά σκέλη του λόγου αναιρέσεως, η αναιρεσείουσα παραπονείται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση στερείται της ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας που επιβάλλει το Σύνταγμα και ο ΚΠΔ και ζητεί να αναιρεθεί κατά το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' ΚΠΔ η απόφαση. Στην προκείμενη περίπτωση, όπως προκύπτει από το σκεπτικό σε συνδυασμό με το διατακτικό της προσβαλλόμενης 214-215/2008 αποφάσεώς του, τα οποία ως ενιαίο σύνολο παραδεκτώς αλληλοσυμπληρώνονται, το Πενταμελές Εφετείο Θεσσαλονίκης δέχτηκε, κατά την ανέλεγκτη περί τα πράγματα κρίση του, μετά από εκτίμηση και αξιολόγηση των κατ' είδος αναφερομένων στην ίδια απόφαση αποδεικτικών μέσων, ότι αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Η δεύτερη των κατηγορουμένων και αναιρεσείουσα, Χ και ο, μη διάδικος στην παρούσα δίκη, πρώτος κατηγορούμενος, ..., κατά πιστή αντιγραφή από το σκεπτικό της προσβαλλόμενης αποφάσεως: "στη ... και κατά τους παρακάτω αναφερθησομένους χρόνους ετέλεσαν τις αξιόποινες πράξεις των διακεκριμένων κλοπών κατ' εξακολούθηση από κοινού και κατά μόνας, τετελεσμένες και σε απόπειρα που τους αποδίδονται. Ειδικώτερον, απεδείχθη ότι αυτοί ενεργώντας από κοινού ή κατά μονάς έκαστος δια της μεθόδου της διάρρηξης των θυρών εισόδου διαμερισμάτων των ιδιοκτητών που θα αναφερθούν παρακάτω, αφήρεσαν από την κατοχή αυτών τα παρακάτω ξένα εν όλω κινητά πράγματα προς το σκοπό να ιδιοποιηθούν αυτά παρανόμως, και σε άλλες περιπτώσεις έχοντας αποφασίσει να εκτελέσουν κλοπές επεχείρησαν πράξεις που περιέχουν τουλάχιστον αρχή εκτελέσεως, χωρίς όμως οι πράξεις τους αυτές να ολοκληρωθούν όχι από δική τους θέληση αλλά από εξωτερικά αίτια, ενώ είναι πρόσωπα που διαπράττουν κλοπές κατ' επάγγελμα και κατά συνήθεια. Συγκεκριμένα α) Στις 30-3-2004 και κατά τις ώρες 17.00-19.00, στην οδό ..., διέρρηξαν την κύρια είσοδο διαμερίσματος 6ου ορόφου, παραβιάζοντας την κλειδαριά, ιδιοκτησίας της ... και αφαίρεσαν το χρηματικό ποσό των (200) ευρώ, μία ψηφιακή φωτογραφική μηχανή μάρκας OLYMPUS, ένα φορτιστή μπαταριών, οκτώ (8) επαναφορτιζόμενες μπαταρίες, την τσάντα της άνω μηχανής, ένα δερμάτινο πορτοφόλι που περιείχε το χρηματικό ποσό των 200 ευρώ, συνολικής αξίας περίπου (2.000) ευρώ, καθώς και την επαγγελματική ταυτότητα TEE. β)στις 14-4-2004 και κατά τις ώρες 10.30-15.00, στην οδό ..., διέρρηξαν με αιχμηρό αντικείμενο την κύρια είσοδο διαμερίσματος 4ου ορόφου, ιδιοκτησίας της ... και αφαίρεσαν το χρηματικό ποσό των (300) ευρώ. γ) Την 31-3-2004 και κατά τις ώρες 13.30-19.30, στην οδό ..., διέρρηξαν την κύρια είσοδο διαμερίσματος 8ου ορόφου, ιδιοκτησίας του ... και αφαίρεσαν ένα φορητό ηλεκτρονικό υπολογιστή, ένα εξωτερικό DVD, καθώς και έναν εξωτερικό σκληρό δίσκο Η/Υ συνολικής αξίας (4.800) ευρώ. δ) Στις 30-3-2004 και κατά τις ώρες 24.00- 07.00, στην οδό ..., διέρρηξαν την κύρια είσοδο ιατρείο 5ου ορόφου με σπρώξιμο, ιδιοκτησίας του ... και αφαίρεσαν την οθόνη και το πληκτρολόγιο του Η/Υ του ιατρείου συνολικής αξίας περίπου (700) ευρώ. ε) Περί τα μέσα Δεκεμβρίου 2003 και κατά τις νυχτερινές ώρες, σε ανεξακρίβωτη ειδικότερα, ημέρα, στην οδό ..., διέρρηξαν την κύρια είσοδο ισογείου καταστήματος "είδη αξεσουάρ", παραβιάζοντας την κλειδαριά, ιδιοκτησίας της ... και αφαίρεσαν το χρηματικό ποσό των (50) ευρώ σε κέρματα από την ταμειακή μηχανή, γυναικείες τσάντες, γάντια, καπέλα, σκούφους, συνολικής αξίας περίπου (600) ευρώ, καθώς και μία τσάντα με φορολογικά στοιχεία της επιχείρησης. στ) στις 17/18-4-2004 και κατά τις νυχτερινές ώρες, στην οδό ..., διέρρηξαν την κύρια είσοδο διαμερίσματος 4ου ορόφου, ιδιοκτησίας της ... και αφαίρεσαν ένα διαμαντένιο σταυρό αξίας 2500 ευρώ, ένα κολιέ μαργαριταρένιο αξία 500 ευρώ, ένα χρυσό περιδέραιο αξίας 500 ευρώ, ένα περιδέραιο χρυσό με διαμαντάκια αξίας 500 ευρώ, ένα βραχιόλι αξίας 500 ευρώ, τρεις χρυσές καδένες αξίας 300 ευρώ, μια αντίκα πορτατίφ, ένα χρυσό κόσμημα αξίας 200 ευρώ και ένα παιδικό σταυρό αξίας 100 ευρώ. ζ) στις 2/3-4-2004 και κατά τις ώρες 19.00-12.00, στην ενταύθα οδό ..., διέρρηξαν την κύρια είσοδο διαμερίσματος, ιδιοκτησίας του ... και αφαίρεσαν έναν Η/Υ, μία οθόνη, ένα MODEM συνολικής αξίας (2.700) ευρώ και ένα φορητό ραδιοκασετόφωνο με SD PLAYER αξίας 200 ευρώ. η) Κατά το χρονικό διάστημα από 25 έως 29-4-2004, σε ανεξακρίβωτη ειδικότερα ημερομηνία, στην οδό ..., διέρρηξαν την κύρια είσοδο διαμερίσματος 6ου ορόφου, παραβιάζοντας την κλειδαριά, ιδιοκτησίας της ... και αφαίρεσαν ένα κινητό τηλέφωνο, (64) χρυσές λίρες Αγγλίας, ένα χρυσό σταυρό με εννέα μεγάλα διαμάντια, ένα δακτυλίδι χρυσό με διάφορα πολύτιμα πετράδια, ένα βραχιόλι χρυσό με πολύτιμη πέτρα, δύο βραχιόλια χρυσά, ένα ανδρικό χρυσό δακτυλίδι μονόπετρο, πέντε χρυσά γυναικεία δακτυλίδια με πολύτιμες πέτρες, ένα χρυσό γυναικείο σταυρό, ένα χρυσό σταυρό ανδρικό, μία γυναικεία καδένα από λευκόχρυσο και χρυσό, μία αλυσίδα χρυσή, τρεις ασημένιες καρφίτσες, ένα συλλεκτικό χρυσό νόμισμα, συνολικής αξίας 20, 000, 00 ευρώ. θ) περί τα μέσα Μαρτίου 2004, σε ανεξακρίβωτη ειδικότερα ημερομηνία, στην οδό ..., διέρρηξαν διαμέρισμα 7ου ορόφου ιδιοκτησίας του ... και αφαίρεσε ένα DVD. ι) Στις 16/17-5-2004 και κατά τις νυχτερινές ώρες, στην οδό ..., διέρρηξαν την κυρία είσοδο διαμερίσματος 6ου ορόφου, ιδιοκτησίας του ... και αφαίρεσαν είδη ένδυσης, εργόχειρα και ένα σερβίτσιο συνολικής αξίας περίπου (1.500) ευρώ. α)Στις 6-2-2004 και κατά τις ώρες 15.00-18.00, στην οδό ..., διέρρηξαν γραφεία 3ου και 4ου ορόφου του Οργανισμού Επαγγελματικής Εκπαίδευσης και κατάρτισης (Ο.Ε.Ε.Κ.), παραβιάζοντας τις κύριες εισόδους και αφαίρεσαν μία τηλεόραση και ένα βίντεο. ιβ) στις 29-5-2004 και περί ώρα 20.00, στην οδό ...6, διέρρηξαν την κύρια είσοδο διαμερίσματος 6ου ορόφου, με ισχυρή πίεση, ιδιοκτησίας του ... και αφαίρεσαν ένα περιδέραιο με μαργαριτάρια και ζιργκονάκια, 10 ζεύγη σκουλαρίκια στρας, μαργαριτάρια με μπλε κύκλους και δουλεμένο κοράλι, μία καρφίτσα επίχρυση, ένα δακτυλίδι, χρυσό με μπλε πέτρα και μαργαριτάρια, ένα κολλιέ με ασημένιες βέργες, ένα κολλιέ από αχάτι, τυρκουάζ, κοράλι και αμέθυστο, τρία κοραλλένια κολιέ, ένα ρολόγι τετράγωνο, μία σακούλα γεμάτη με ημιπολύτιμες ακατέργαστες πέτρες, ένα ασημένιο βραχιόλι, ένα ζεύγος σκουλαρίκια από μαύρο μαργαριτάρι, ένα δακτυλίδι ασημένιο, ένα κινητό τηλέφωνο μάρκας ERICSSON με θήκη, μία επαγγελματική τσάντα καφέ χρώματος μαζί με έγγραφα και έντυπα και ένα ακουστικό βαρηκοΐας, καθώς και το διαβατήριο της συζύγου αυτού ..., ιγ) Στις15/16-5-2004, στην οδό ..., έχοντας συναποφασίσει να διαπράξουν κλοπή, διέρρηξαν το διαμέρισμα του 6ου ορόφου, ιδιοκτησίας του ..., εισήλθαν στο εσωτερικό αυτού, ερεύνησαν τους χώρους πλην όμως δεν ολοκλήρωσαν την άνω πράξη, όχι από δική τους βούληση αλλά από αίτια εξωτερικά και συγκεκριμένα διότι δεν βρήκαν τίποτα να αφαιρέσουν. Η δεύτερη κατηγορουμένη Χ, ενεργώντας μόνη της στις 27-7-2004 και κατά τις ώρες 12, 45- 16.15, στην οδό ..., διέρρηξε την κύρια είσοδο διαμερίσματος 4ου ορόφου ιδιοκτησίας της ... και αφαίρεσε το χρηματικό ποσό των 3.000 ευρώ περίπου και δύο μπιζουτιέρες με κοσμήματα χρυσαφικά συνολικής αξίας 1.300 ευρώ περίπου. Όλα τα ανωτέρω κινητά πράγματα τα αφαίρεσαν ή αποπειράθηκαν να τα αφαιρέσουν, με σκοπό να τα ιδιοποιηθούν παράνομα είτε από μόνος του ο καθένας, είτε από κοινού, έχοντας ενωθεί για να διαπράττουν κλοπές, είναι δε άτομα που διαπράττουν κλοπές κατ' επάγγελμα και κατά συνήθεια, καθόσον από την επανειλημμένη τέλεση κλοπών προκύπτει τόσο σκοπός πορισμού εισοδήματος, όσο και σταθερή ροπή τους για την τέλεση του εν λόγω εγκλήματος, ως στοιχείο της προσωπικότητάς τους. Περαιτέρω από το ίδιο ως άνω αποδεικτικό υλικό απεδείχθη ότι οι κατηγορούμενοι κατά το χρονικό διάστημα της υπ' αυτών τέλεσης των ως άνω πράξεων τους ήσαν εξαρτημένοι από την χρήση ναρκωτικών ουσιών και ευρίσκοντο σε πολύ κακή κατάσταση και δεν ενδιαφέροντο για τίποτε άλλο παρά μόνο για την ανεύρεση και κατανάλωση ναρκωτικών, ενώ η δεύτερη από αυτούς δεν ενδιεφέρετο για την διατροφή και ανάπτυξη της εξώγαμης θυγατέρας της. Λόγω της τοξικομανίας τους είχε μειωθεί σημαντικά η ικανότητά τους προς καταλογισμό. Επί τη βάσει τούτων, πρέπει να κηρυχθούν ένοχοι οι κατηγορούμενοι των ως άνω πράξεών τους, αναγνωρισμένης της συνδρομής ελαττωμένης ικανότητας προς καταλογισμό στο πρόσωπό τους, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 36 Π.Κ., απορριπτομένου ως αβασίμου κατ' ουσίαν του ισχυρισμού της δεύτερης κατηγορουμένης περί του ότι η όλη συνδρομή της στην τέλεση των από κοινού τελεσθεισών ως άνω πράξεων εξικνείτο μέχρι της απλής συνέργειας. Περαιτέρω το Δικαστήριο δέχεται ότι οι κατηγορούμενοι και μετά την τέλεση των ως άνω πράξεών τους επέδειξαν ειλικρινή μετάνοια προσπαθήσαντες να αποτοξινωθούν και να μειώσουν τις συνέπειες των ως άνω πράξεών τους (αρθρ. 84§2 εδ. δ' Π.Κ.). Αντιθέτως, δεν αποδείχθηκε συνδρομή περαιτέρω ελαφρυντικών περιστάσεων στο πρόσωπο της κατηγορουμένης και δη περί ωθήσεως αυτής στην τέλεση των ως άνω πράξεων από μεγάλη ένδεια ως και περί επίδειξης υπ' αυτής καλής συμπεριφοράς για σχετικά μεγάλο διάστημα μετά την πράξη τους (αρθρ. 84§2 εδ. β' & ε' Π.Κ.) και τα αντίθετα υπ' αυτής υποστηριζόμενα πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμα κατ' ουσίαν, αφού η υπ' αυτής διάπραξη των ως άνω αδικημάτων δεν οφειλόταν στην ένδεια αυτής αλλά στο πάθος της τοξικομανίας τους, προς δε δεν έχει παρέλθει μεγάλο χρονικό διάστημα από την ως άνω πράξη τους".
Στη συνέχεια, το Δικαστήριο της ουσίας την πιο πάνω κατηγορουμένη, Χ κήρυξε ένοχο των αξιοποίνων πράξεων των διακεκριμένων κλοπών από κοινού με τον προεκτεθέντα συγκατηγορούμενό της και μεμονωμένα, κατ' εξακολούθηση, τετελεσμένες και σε απόπειρα, έχοντας ενωθεί για να διαπράττουν κλοπές και ενεργώντας κατ' επάγγελμα και κατά συνήθεια και ειδικότερα του ότι: "στη ..., κατά τους παρακάτω αναφερόμενους χρόνους, με περισσότερες από μία πράξεις που συνιστούν εξακολούθηση του ιδίου εγκλήματος, ενεργώντας είτε μόνοι τους, είτε από κοινού έχοντας ενωθεί για να διαπράττουν κλοπές, και μετά από συναπόφασή τους να τελέσουν κλοπές, σε άλλες περιπτώσεις αφαίρεσαν από την κατοχή άλλων ξένα ολικά κινητά πράγματα με σκοπό να τα ιδιοποιηθούν παράνομα, και σε άλλες περιπτώσεις έχοντας αποφασίσει να τελέσουν κλοπές επεχείρησαν πράξεις που περιέχουν τουλάχιστον αρχή εκτελέσεως, χωρίς όμως οι πράξεις τους αυτές να ολοκληρωθούν όχι από δική τους βούληση αλλά από εξωτερικά αίτια, ενώ είναι πρόσωπα που διαπράττουν κλοπές κατ' επάγγελμα και κατά συνήθεια, Συγκεκριμένα: Α) Ενεργώντας από κοινού και μετά από συναπόφασή τους, έχοντας ενωθεί για να διαπράττουν κλοπές; α) Στις 30-3-2004 και κατά τις ώρες 17.00-19.00, στην οδό ..., διέρρηξαν την κύρια είσοδο διαμερίσματος 6ου ορόφου, παραβιάζοντας την κλειδαριά, ιδιοκτησίας της ... και αφαίρεσαν το χρηματικό ποσό των (200) ευρώ, μία ψηφιακή φωτογραφική μηχανή μάρκας OLYMPUS, ένα φορτιστή μπαταριών, οκτώ (8) επαναφορτιζόμενες μπαταρίες, την τσάντα της άνω μηχανής, ένα δερμάτινο πορτοφόλι που περιείχε το χρηματικό ποσό των 200 ευρώ, συνολικής αξίας περίπου (2.000) ευρώ, καθώς και την επαγγελματική ταυτότητα TEE. β) στις 14-4-2004 και κατά τις ώρες 10.30-15.00, στην οδό ..., διέρρηξαν με αιχμηρό αντικείμενο την κύρια είσοδο διαμερίσματος 4ου ορόφου, ιδιοκτησίας της ... και αφαίρεσαν το χρηματικό ποσό των (300) ευρώ. γ) Την 31-3-2004 και κατά τις ώρες 13.30-19.30, στην οδό ..., διέρρηξαν την κύρια είσοδο διαμερίσματος 8ου ορόφου, ιδιοκτησίας του ... και αφαίρεσαν ένα φορητό ηλεκτρονικό υπολογιστή, ένα εξωτερικό DVD, καθώς και έναν εξωτερικό σκληρό δίσκο Η/Υ συνολικής αξίας (4.800) ευρώ. δ) Στις 30-3-2004 και κατά τις ώρες 24.00-07.00, στην οδό ..., διέρρηξαν την κύρια είσοδο ιατρείο 5ου ορόφου με σπρώξιμο, ιδιοκτησίας του ... και αφαίρεσαν την οθόνη και το πληκτρολόγιο του Η/Υ του ιατρείου συνολικής αξίας περίπου (700) ευρώ. ε) Περί τα μέσα Δεκεμβρίου 2003 και κατά τις νυχτερινές ώρες, σε ανεξακρίβωτη ειδικότερα ημέρα, στην οδό ..., διέρρηξαν την κύρια είσοδο ισογείου καταστήματος "είδη αξεσουάρ", παραβιάζοντας την κλειδαριά, ιδιοκτησίας της ... και αφαίρεσαν το χρηματικό ποσό των (50) ευρώ σε κέρματα από την ταμειακή μηχανή, γυναικείες τσάντες, γάντια, καπέλα, σκούφους, συνολικής αξίας περίπου (600) ευρώ, καθώς και μία τσάντα με φορολογικά στοιχεία της επιχείρησης. στ) στις 17/18-4-2004 και κατά τις νυχτερινές ώρες, στην οδό ..., διέρρηξαν την κύρια είσοδο διαμερίσματος 4ου ορόφου, ιδιοκτησίας της ... και αφαίρεσαν ένα διαμαντένιο σταυρό αξίας 2500 ευρώ, ένα κολιέ μαργαριταρένιο αξία 500 ευρώ, ένα χρυσό περιδέραιο αξίας 500 ευρώ, ένα περιδέραιο χρυσό με διαμαντάκια αξίας 500 ευρώ, ένα βραχιόλι αξίας 500 ευρώ, τρεις χρυσές καδένες αξίας 300 ευρώ, μια αντίκα πορτατίφ, ένα χρυσό κόσμημα αξίας 200 ευρώ και ένα παιδικό σταυρό αξίας 100 ευρώ. ζ) στις 2/3-4-2004 και κατά τις ώρες 19.00-12.00, στην ενταύθα οδό ..., διέρρηξαν την κύρια είσοδο διαμερίσματος, ιδιοκτησίας του ... και αφαίρεσαν έναν Η/Υ, μία οθόνη, ένα MODEM συνολικής αξίας (2.700) ευρώ και ένα φορητό ραδιοκασετόφωνο με SD PLAYER αξίας 20U ευρώ. η) Κατά το χρονικό διάστημα από 25 έως 29-4-2004, σε ανεξακρίβωτη ειδικότερα ημερομηνία, στην οδό ..., διέρρηξαν την κύρια είσοδο διαμερίσματος 6°" ορόφου, παραβιάζοντας την κλειδαριά, ιδιοκτησίας της ... και αφαίρεσαν ένα κινητό τηλέφωνο, (64) χρυσές λίρες Αγγλίας, ένα χρυσό σταυρό με εννέα μεγάλα διαμάντια, ένα δακτυλίδι χρυσό με διάφορα πολύτιμα πετράδια, ένα βραχιόλι χρυσό με πολύτιμη πέτρα, δύο βραχιόλια χρυσά, ένα ανδρικό χρυσό δακτυλίδι μονόπετρο, πέντε χρυσά γυναικεία δακτυλίδια με πολύτιμες πέτρες, ένα χρυσό γυναικείο σταυρό, ένα χρυσό σταυρό ανδρικό, μία γυναικεία καδένα από λευκόχρυσο και χρυσό, μία αλυσίδα χρυσή, τρεις ασημένιες καρφίτσες, ένα συλλεκτικό χρυσό νόμισμα, συνολικής αξίας 20000, 00 ευρώ. θ)περί τα μέσα Μαρτίου 2004, σε ανεξακρίβωτη ειδικότερα ημερομηνία, στην οδό ..., διέρρηξαν διαμέρισμα 7ου ορόφου ιδιοκτησίας του ... και αφαίρεσε ένα DVD. ι) Στις 16/17-5-2004 και κατά τις νυχτερινές ώρες, στην οδό ..., διέρρηξαν την κύρια είσοδο διαμερίσματος 6ου ορόφου, ιδιοκτησίας του ... και αφαίρεσαν είδη ένδυσης, εργόχειρα και ένα σερβίτσιο συνολικής αξίας περίπου (1.500) ευρώ. ια)Στις 6-2-2004 και κατά τις ώρες 15, 00-18, 00, στην οδό ..., διέρρηξαν γραφεία 3ου και 4ου ορόφου του Οργανισμού Επαγγελματικής Εκπαίδευσης και κατάρτισης (Ο.Ε.Ε.Κ.), παραβιάζοντας τις κύριες εισόδους και αφαίρεσαν μία τηλεόραση και ένα βίντεο. Ιβ) στις 29-5-2004 και περί ώρα 20.00, στην οδό ..., διέρρηξαν την κύρια είσοδο διαμερίσματος 6ου ορόφου, με ισχυρή πίεση, ιδιοκτησίας του ... και αφαίρεσαν ένα περιδέραιο με μαργαριτάρια και ζιργκονάκια, 10 ζεύγη σκουλαρίκια στρας, μαργαριτάρια με μπλε κύκλους και δουλεμένο κοράλλι, μία καρφίτσα επίχρυση, ένα δακτυλίδι, χρυσό με μπλε πέτρα και μαργαριτάρια, ένα κολλιέ με ασημένιες βέργες, ένα κολλιέ από αχάτι, τυρκουάζ, κοράλλι και αμέθυστο, τρία κοραλλένια κολιέ, ένα ρολόγι τετράγωνο, μία σακούλα γεμάτη με ημιπολύτιμες ακατέργαστες πέτρες, ένα ασημένιο βραχιόλι, ένα ζεύγος σκουλαρίκια από μαύρο μαργαριτάρι, ένα δακτυλίδι ασημένιο, ένα κινητό τηλέφωνο μάρκας ERICSSON με θήκη, μία επαγγελματική τσάντα καφέ χρώματος μαζί με έγγραφα και έντυπα και ένα ακουστικό βαρηκοΐας, καθώς και το διαβατήριο της συζύγου αυτού ..., ιγ) Στις 15/16-5-2004, στην οδό ..., έχοντας συναποφασίσει να διαπράξουν κλοπή, διέρρηξαν το διαμέρισμα του 6ου ορόφου, ιδιοκτησίας του ..., εισήλθαν στο εσωτερικό αυτού, ερεύνησαν τους χώρους, πλην όμως δεν ολοκλήρωσαν την άνω πράξη, όχι από δική τους βούληση αλλά από αίτια εξωτερικά και συγκεκριμένα διότι δεν βρήκαν τίποτα να αφαιρέσουν.
Β) Η δεύτερη κατηγορουμένη Χ, ενεργώντας μόνη της στις 27-7-2004 και κατά τις ώρες 12.45- 16.15, στην οδό ..., διέρρηξε την κύρια είσοδο διαμερίσματος 4ου ορόφου ιδιοκτησίας της ... και αφαίρεσε το χρηματικό ποσό των 3.000 ευρώ περίπου και δύο μπιζουτιέρες με κοσμήματα χρυσαφικά συνολικής αξίας 1.300 ευρώ περίπου. Όλα τα ανωτέρω κινητά πράγματα τα αφαίρεσαν ή αποπειράθηκαν να τα αφαιρέσουν, με σκοπό να τα ιδιοποιηθούν παράνομα είτε από μόνος του ο καθένας, είτε από κοινού, έχοντας ενωθεί για να διαπράττουν κλοπές, είναι δε άτομα που διαπράττουν κλοπές κατ' επάγγελμα και κατά συνήθεια, καθόσον από την επανειλημμένη τέλεση κλοπών προκύπτει τόσο σκοπός πορισμού εισοδήματος, όσο και σταθερή ροπή τους για την τέλεση του εν λόγω εγκλήματος, ως στοιχείο της προσωπικότητάς τους.
Το Δικαστήριο δέχεται ότι οι κατηγορούμενοι κατά την τέλεση των πράξεών τους είχαν σημαντικά μειωμένη ικανότητα για καταλογισμό εξαιτίας διατάραξης των πνευματικών λειτουργιών και της συνείδησής τους λόγω τοξικομανίας (αρθρ.36 Π.Κ.).
Το Δικαστήριο δέχεται ότι οι κατηγορούμενοι έδειξαν ειλικρινή μετάνοια και επεδίωξαν να άρουν ή να μειώσουν τις συνέπειες των πράξεών τους (άρθρο 84§2 δ' ΠΚ)".
Ακολούθως, το δικάσαν Δικαστήριο, που κήρυξε ένοχο την πιο πάνω κατηγορουμένη για τις προαναφερόμενες αξιόποινες πράξεις, αφού αναγνώρισε σε αυτήν τα ελαφρυντικά της μειωμένης ικανότητας για καταλογισμό και ότι έδειξε ειλικρινή μετάνοια μετά τις πράξεις της, επέβαλε σε αυτήν ποινή φυλακίσεως τεσσάρων (4) ετών. Με βάση τις παραπάνω παραδοχές το Δικαστήριο της ουσίας διέλαβε στην προσβαλλόμενη απόφασή του την απαιτούμενη από τις αναφερόμενες διατάξεις του Συντάγματος και του ΚΠοινΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκθέτει σε αυτή με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία αποδείχθηκαν από την ακροαματική διαδικασία και συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση των άνω εγκλημάτων για τα οποία καταδικάστηκε η αναιρεσείουσα, τις αποδείξεις από τις οποίες συνήγαγε τα περιστατικά αυτά και τους συλλογισμούς, με βάση τους οποίους έκανε την υπαγωγή τους στις ουσιαστικές ποινικές διατάξεις των άρθρων 13 στ', 18 εδ. α', 26 παρ. 1α, 27 παρ. 1, 34, 36, 42, 45, 83, 84 παρ. 2δ', 98, 372 παρ. 1α' και 374 περ. δ' και ε' ΠΚ, τις οποίες ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε, χωρίς να τις παραβιάσει ούτε ευθέως, ούτε εκ πλαγίου και χωρίς να στερήσει έτσι την απόφαση από νόμιμη βάση. Ειδικότερα, αναφέρονται στην αιτιολογία της αποφάσεως 214-215/2008 του Πενταμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης, τα αποδεικτικά μέσα κατά το είδος τους (μάρτυρες, έγγραφα, απολογίες κατηγορουμένων), από τα οποία το Δικαστήριο συνήγαγε τα περιστατικά που εκτέθηκαν και οδηγήθηκε στην καταδικαστική του κρίση, ενώ δεν υπήρχε κατά νόμο ανάγκη να τα παραθέσει αναλυτικά και να εκθέσει τι προκύπτει χωριστά από το καθένα από αυτά. Και συγκεκριμένα έλαβε υπόψη του το Δικαστήριο της ουσίας και συνεκτίμησε μαζί με τα υπόλοιπα αποδεικτικά μέσα και τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων κατηγορίας, ..., ..., ..., ..., ..., ..., ... και ..., καθώς και την εξέταση του πολιτικώς ενάγοντος, ..., ο οποίος, όπως προκύπτει από τα άνω πρακτικά, εξετάσθηκε χωρίς όρκο στο ίδιο ακροατήριο.
Σύμφωνα με τα άνω λεχθέντα, το Δικαστήριο της ουσίας, προκειμένου να καταλήξει στην καταδικαστική κρίση του, οδηγήθηκε στις προαναφερόμενες παραδοχές, που αποτελούν την απαιτούμενη από τις πιο πάνω διατάξεις ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία. Συγκεκριμένα, κατά τρόπο σαφή και πλήρη, αναφέρονται όλα τα στοιχεία που συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος για το οποίο αυτή καταδικάστηκε, οι αποδείξεις από τις οποίες προέκυψαν αυτά και οι σκέψεις με τις οποίες έγινε η υπαγωγή των περιστατικών που αποδείχθηκαν στην ουσιαστική διάταξη που εφαρμόστηκε, χωρίς να εμφιλοχωρήσουν ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά. Για την πληρότητα δε της αιτιολογίας, είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού και διατακτικού, που αποτελούν ενιαίο σύνολο. Είναι αβάσιμες και πρέπει να απορριφθούν, οι επιμέρους αντίθετες αιτιάσεις της αναιρεσείουσας και συγκεκριμένα, ότι: 1) το σκεπτικό αποτελεί επανάληψη του διατακτικού, καθόσον από την προσβαλλόμενη απόφαση προκύπτει ότι όχι μόνον το σκεπτικό αυτής που είναι εκτενές περιέχει στοιχεία επιπλέον εκείνων τα οποία διαλαμβάνονται στο διατακτικό της, αλλά και διότι αυτό και μόνον το προβαλλόμενο ως άνω γεγονός δεν συνιστά έλλειψη στην αιτιολογία της απόφασης, όταν το διατακτικό της είναι αναλυτικό και πλήρες. Η σύμπτωση των περιστατικών που αναγράφονται στο σκεπτικό και το διατακτικό της αποφάσεως, δεν συνιστά έλλειψη αιτιολογίας, αφού τα περιστατικά αυτά του διατακτικού αποδείχθηκαν και όχι άλλα διαφορετικά. Ειδικότερα: α) με τον όρο "από κοινού" νοείται αντικειμενικά κοινός δόλος, δηλαδή κάθε συναυτουργός θέλει ή αποδέχεται την πραγμάτωση της αντικειμενικής υποστάσεως του διαπραττόμενου εγκλήματος, γνωρίζοντας ότι και οι λοιποί συμμέτοχοι πράττουν με δόλο τελέσεως του ίδιου εγκλήματος και δεν χρειαζόταν ιδιαίτερη σκέψη ως προς την ύπαρξη του κοινού δόλου, δεδομένου ότι αυτός, σύμφωνα με τα άνω εκτεθέντα, εμπεριέχεται στην έννοια της συναυτουργίας, ενυπάρχει δε περαιτέρω στη θέληση των συναυτουργών να πραγματώσουν τα πραγματικά περιστατικά που έγιναν δεκτά και συγκροτούν την αντικειμενική υπόσταση του συγκεκριμένου εγκλήματος και, επομένως, εξυπακούεται από αυτά, β) επαρκώς επίσης αιτιολογείται η συνδρομή στο πρόσωπο της αναιρεσείουσας των επιβαρυντικών περιστάσεων της κατ' επάγγελμα και κατά συνήθεια τελέσεως των ανωτέρω πράξεων, σύμφωνα με τις παραδοχές της προσβαλλόμενης αποφάσεως ότι από την επανειλημμένη τέλεση κλοπών προκύπτει, αφενός σκοπός πορισμού εισοδήματος, αφετέρου σταθερή ροπή της για την τέλεση του εν λόγω εγκλήματος, ως στοιχείο της προσωπικότητάς της. Ο ισχυρισμός της περί χαρακτηρισμού της πράξεως ως απλής συνέργειας στις κλοπές, διότι πουθενά στην απόφαση δεν θεμελιώνεται ότι αυτή ήταν φυσική αυτουργός των πράξεων που της αποδίδονται, δεν είναι αυτοτελής αλλά αρνητικός της κατηγορίας και, ως εκ τούτου, το Δικαστήριο δεν είχε υποχρέωση να απαντήσει και πολύ περισσότερο να αιτιολογήσει την απόρριψή του, ανεξάρτητα του ότι η αιτιολογία για τον αρνητικό αυτόν ισχυρισμό, εμπεριέχεται από τα πράγματα στην κύρια αιτιολογία της αποφάσεως για την ενοχή αλλά και ειδικά στο σκεπτικό της αποφάσεως για την ενοχή αλλά και ειδικά στο σκεπτικό της αποφάσεως. Και 2) με την προσβαλλόμενη απόφαση, χωρίς ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία απορρίφθηκαν από το Δικαστήριο οι αυτοτελείς ισχυρισμοί που προέβαλε στο ακροατήριο δια του συνηγόρου της να της αναγνωρισθούν και οι ελαφρυντικές περιστάσεις: α) ότι ωθήθηκε στην τέλεση των κλοπών από μεγάλη ένδεια και β) ότι επέδειξε καλή συμπεριφορά για σχετικά μεγάλο διάστημα μετά τις πράξεις. Για τους ισχυρισμούς αυτούς, που είναι αυτοτελείς, σημειώνεται ότι, κατά την έννοια των διατάξεων των άρθρων 83 και 84 του ΠΚ, το δικαστήριο της ουσίας, κατά τον ακροαματικό έλεγχο κάθε υποθέσεως, ερευνά μεν αυτεπαγγέλτως αν συντρέχουν οι προβλεπόμενες από το δεύτερο ως άνω άρθρο ελαφρυντικές περιστάσεις, οι οποίες επιφέρουν μείωση της ποινής, δεν είναι όμως υποχρεωμένο να προβεί οίκοθεν στην αιτιολόγηση της μη συνδρομής τέτοιας περίστασης. Εφόσον όμως υποβληθεί από τον κατηγορούμενο ή τον συνήγορό του, τέτοιος ισχυρισμός, περί αναγνωρίσεως σ' αυτόν μιας ή περισσοτέρων από τις ελαφρυντικές αυτές περιστάσεις, το Δικαστήριο έχει υποχρέωση να τον ερευνήσει και, αν τον απορρίψει, να αιτιολογήσει ειδικά και εμπεριστατωμένα την κρίση του. Προϋπόθεση, όμως, της εξετάσεως της ουσιαστικής βασιμότητας τέτοιου αυτοτελούς ισχυρισμού αποτελεί η προβολή αυτού κατά τρόπο σαφή και ορισμένο, με όλα δηλαδή τα πραγματικά περιστατικά που είναι αναγκαία για τη θεμελίωση της επικαλούμενης ελαφρυντικής περιστάσεως. Μόνη η επίκληση της νομικής διατάξεως που προβλέπει την ελαφρυντική περίσταση ή τον χαρακτηρισμό με τον οποίον είναι αυτή γνωστή στη νομική ορολογία, καθιστά τον σχετικό ισχυρισμό αόριστο, στον οποίο, ως τέτοιον, δεν έχει υποχρέωση το Δικαστήριο της ουσίας να απαντήσει ή να δικαιολογήσει ειδικά τη σιωπηρή ή ρητή απόρριψή του. Ως ελαφρυντικές περιστάσεις θεωρούνται, μεταξύ άλλων, οι προβλεπόμενες από την παρ. 2 του άρθρου 84 του ΠΚ, με στοιχεία β' και ε', ότι στην πράξη του ωθήθηκε από όχι ταπεινά αίτια ή από μεγάλη ένδεια ή διατελώντας υπό την επίδραση σοβαρής απειλής κλπ (στοιχ. β), και ότι ο υπαίτιος συμπεριφέρθηκε καλά για σχετικά μεγάλο διάστημα μετά την πράξη του (στοιχ. ε'). Κατά την έννοια της παραπάνω διατάξεως, για να αναγνωρισθεί η ελαφρυντική περίσταση της καλής συμπεριφοράς μετά την πράξη, πρέπει η συμπεριφορά αυτή να εκτείνεται σε μεγάλο σχετικά χρονικό διάστημα και υπό καθεστώς ελευθερίας του υπαιτίου, διότι τότε μόνον η επιλογή του αντανακλά στη γνήσια ψυχική του στάση και παρέχει αυθεντική μαρτυρία για την ποιότητα του ήθους του και της κοινωνικής προδιαθέσεώς του, ήτοι απαιτείται, εκτός από το μεγάλο σχετικά χρονικό διάστημα, η συνδρομή και άλλων περιστατικών δηλωτικών της αρμονικής κοινωνικής συμβίωσης του δράστη μετά την πράξη.
Στην προκείμενη περίπτωση, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφαση, η αναιρεσείουσα κατηγορουμένη, με αυτοτελείς ισχυρισμούς που κατέθεσε ο συνήγορός της εγγράφως και ανέπτυξε και προφορικά στο ακροατήριο, ζήτησε να αναγνωρισθούν στο πρόσωπό της οι ελαφρυντικές περιστάσεις του άρθρου 84 παρ. 2 εδ. β' και ε' του του ΠΚ. Σχετικά με το ελαφρυντικό του εδ. β', εξέθεσε ότι "δεν τέλεσα τις πράξεις μου από ταπεινά ελατήρια, αλλά ένεκα της αρρώστιας μου και του πάθους μου για τα ναρκωτικά και της εξάρτησής μου από τον συγκατηγορούμενό μου για την εξασφάλιση αυτών", για δε το ελαφρυντικό του εδ. ε' της αυτής διατάξεως του ΠΚ, εξέθεσε ότι "συμπεριφέρθηκα καλά μετά τις πράξεις μου, καθώς εμφανίστηκα αυθορμήτως για να δικασθώ πρωτόδικα, η διαγωγή μου στη Δικαστική Φυλακή ... κατά την διάρκεια του εγκλεισμού μου σε αυτήν ήταν καλή, τήρησα ανελλιπώς τους περιοριστικούς όρους με τους οποίους αποφυλακίστηκα και προσπαθώ να αποτοξινωθώ παρακολουθώντας το πρόγραμμα απεξάρτησης". Το δικάσαν Δικαστήριο, αφού χορήγησε στην αναιρεσείουσα τα ελαφρυντικά του μειωμένου καταλογισμού και του προτέρου εντίμου βίου (ΠΚ 36 και 84 παρ. 2α' αντίστοιχα), απέρριψε κατ' ουσίαν το αίτημα για χορήγηση των άνω δύο (2) ελαφρυντικών με την αιτιολογία ότι η κατηγορουμένη κατά τον χρόνο τελέσεως των κλοπών ευρίσκετο σε πολύ κακή κατάσταση και δεν ενδιαφερόταν για τίποτε άλλο παρά μόνον για την ανεύρεση και κατανάλωση ναρκωτικού και δεν ενδιαφερόταν για την διατροφή και ανάπτυξη της εξώγαμης θυγατέρας της. Ανεξάρτητα του ότι ως προς τη χορήγηση του πρώτου ελαφυντικού, ο ισχυρισμός της ήταν αόριστος, αφού δεν εκθέτει πραγματικά περιστατικά, ως προς το δεύτερο δ, της καλής συμπεριφοράς, δεν αναφέρονται επίσης πραγματικά περιστατικά, ούτε η χρονική διάρκεια αυτής, χωρίς να αρκεί η καλή διαγωγή στις φυλακές, διότι η διάταξη αναφέρεται στη διαγωγή της στην κοινωνία, το άνω Δικαστήριο έχει πλήρη και εμπεριστατωμένη αιτιολογία ως προς την απορριπτική των άνω ισχυρισμών απόφασή του.
Επομένως, ο από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' ΚΠΔ λόγος αναιρέσεως της κρινόμενης αιτήσεως, με τον οποίο αποδίδονται στην προσβαλλόμενη απόφαση πλημμέλειες της ελλείψεως ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, αλλά και ο αυτεπαγγέλτως κατά την ΚΠΔ 511, εφόσον είναι παραδεκτός ο άνω λόγος, έτερος λόγος από το ίδιο άρθρο και παράγραφο, περ. Ε', εξεταζόμενος, της ελλείψεως νόμιμης βάσεως, πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι. Κατά τα λοιπά, με τους πιο πάνω λόγους αναιρέσεως, πλήττεται απαραδέκτως η άνω απόφαση για εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων και των πραγματικών περιστατικών.
Κατόπιν αυτών, εφόσον δεν υπάρχει άλλος παραδεκτός λόγος αναιρέσεως για έρευνα, πρέπει να απορριφθεί η κρινόμενη αίτηση στο σύνολό της και να καταδικαστεί η αναιρεσείουσα στα δικαστικά έξοδα (ΚΠΔ 583 παρ.1).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 9 Απριλίου 2008 (υπ' αριθ. πρωτ. 6/2008 ενώπιον του Γραμματέα του Εφετείου Θεσσαλονίκης) αίτηση της Χ, για αναίρεση της υπ' αριθ. 214-215/2008 αποφάσεως του Πενταμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης. Και
Καταδικάζει την αναιρεσείουσα στα δικαστικά έξοδα, που ανέρχονται σε διακόσια είκοσι (220) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 10 Νοεμβρίου 2009. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 19 Νοεμβρίου 2009.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ