Μια ιστορική προσωπικότητα του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος του 20ου αιώνα, την ιδεολογικοπολιτική κληρονομιά της οποίας έχουν επιχειρήσει να οικειοποιηθούν διάφοροι πολιτικοί χώροι είναι αναμφίβολα ο Τσε Γκεβάρα.
Τα χρόνια που ακολούθησαν της δολοφονίας του στη Βολιβία, ο Τσε αποτέλεσε σύμβολο για μια σειρά οργανώσεων της ευρύτερης αριστεράς (από τροτσκιστές μέχρι σοσιαλδημοκράτες) αλλά και του αναρχικού χώρου. Ένας πολύ μεγάλος αριθμός αυτών που θαύμασαν και θαυμάζουν τον αργεντίνο επαναστάτη αυτοπροσδοιορίζονται ως «αντισταλινικοί», μισούν και αναθεματίζουν τον Στάλιν ενώ συχνά αναφέρονται στα περήφημα «εγκληματα» της σταλινικής περιόδου. Αντίφαση και ιστορική ειρωνεία: Ο ίδιος ο Τσε Γκεβάρα ήταν θαυμαστής του Στάλιν.
Το 1953, ευρισκόμενος στη Γουατεμάλα, ο 25χρονος τότε Τσε σημείωνε σε γράμμα του στην θεία Μπεατρίς: «Κατά τη διαδρομή μου είχα την ευκαιρία να περάσω απ’ την «επικράτεια»της United Fruit Co, πείθοντας με ακόμη μια φορά πόσο απαίσια είναι αυτά τα καπιταλιστικά χταπόδια. Ορκίστηκα μπροστά σε μια φωτογραφία του παλαιού και θρηνημένου συντρόφου Στάλιν ότι δεν θα ησυχάσω μέχρι να δω τον αφανισμό αυτών των χταποδιών». (Πηγή: Jon Lee Anderson, Che Guevara: A revolutionary life, 1997).
Πέντε χρόνια αργότερα, το 1957, όντας στο καμίνι του αντάρτικου αγώνα στην κουβανική ύπαιθρο, ο Γκεβάρα έγραφε προς το μέλος του Κινήματος της 26ης Ιούλη Ρενέ Ράμος Λατούρ (Ντανιέλ): «Στα επονομαζόμενα «λάθη του Στάλιν» βρίσκεται η διαφορά μεταξύ μιας επαναστατικής και μιας ρεβιζιονιστικής αντίληψης. Πρέπει να μελετήσεις τον Στάλιν στο ιστορικό πλαίσιο που κινήθηκε, όχι να τον δεις (αποκλειστικά) ως ένα είδος αγριάνθρωπου, αλλά στα συγκεκριμένα ιστορικά όρια. Ασπάστηκα τον κομμουνισμό εξαιτίας του πατερούλη Στάλιν και κανείς δεν πρέπει να ‘ρθει να μου πει ότι δεν πρέπει να διαβάζω Στάλιν. Τον διάβαζα όταν ήταν κάτι πολύ κακό να διαβάζεις γι’ αυτόν. Αυτό ήταν σε μια άλλη εποχή. Και επειδή δεν είμαι πολύ ευφυής, αλλά και ξεροκέφαλος, συνεχίζω να τον διαβάζω. Ιδιαίτερα σε αυτήν τη νέα περίοδο που είναι ακόμη χειρότερο να διαβάζεις (για τον Στάλιν). Τότε, όπως και τώρα, βρίσκω μια σειρά πραγμάτων που είναι πολύ καλά».
Ο Τσε Γκεβάρα δεν άφηνε έξω απ’ την κριτική του τον αντεπαναστατικό ρόλο του Τρότσκι στη δράση του οποίου χρέωνε «κρυφά κίνητρα» και «θεμελιώδη λάθη». Έγραφε επί παραδείγματι: «Πιστεύω ότι η βασική ιδεολογία στην οποία ο Τρότσκι βασίστηκε ήταν λανθασμένη, τα κρυφά κίνητρα της δράσης του (ήταν) λανθασμένα και τα τελευταία του χρόνια υπήρξαν σκοτεινά. Οι τροτσκιστές δεν έχουν συνεισφέρει τίποτα απολύτως στο επαναστατικό κίνημα – εκεί που έδρασαν περισσότερο ήταν στο Περού αλλά στο τέλος απέτυχαν επειδή χρησιμοποιούν κακές μεθόδους» (Comments on ‘Critical Notes on Political Economy’ by Che Guevara, Revolutionary Democracy Journal, 2007).
Σε γράμμα του προς τον Κουβανό τροτσκιστή- και σημαντικό στέλεχος της Επανάστασης- Αρμάντο Χαρτ, ο Τσε σημείωνε:«Στην Κούβα δεν υπάρχει τίποτα δημοσιευμένο, εάν εξαιρέσουμε τα σοβιετικά τούβλα, τα οποία φέρουν τη δυσκολία ότι δεν σ’αφήνουν να σκεφτείς – το κόμμα σκέφτεται για σένα και συ πρέπει να το αφομοιώσεις. Θα ήταν αναγκαίο να δημοσιευθεί η πλήρης εργογραφία των Μαρξ, Ένγκελς, Λένιν, Στάλιν (υπογραμμισμένο από τον Τσε στο αυθεντικό έγγραφο της επιστολής) και άλλων σπουδαίων μαρξιστών. Εδώ θα μπορούσαμε να προσθέσουμε τους μεγάλους ρεβιζιονιστές (εάν θέλεις μπορείς να προσθέσεις τον Χρουστσώφ) και επίσης τον φίλο σου τον Τρότσκι ο οποίος υπήρξε και προφανώς έγραψε κάτι» (Πηγή: εφημερίδα Contracorriente, φυλ. 9, Αβάνα 1997).
Η ρεβιζιονιστική πορεία που ακολούθησε η σοβιετική ηγεσία μετά τις αποφάσεις του 20ου Συνεδρίου του ΚΚΣΕ αποτέλεσε πηγή έντονου προβληματισμού για τον Τσε. Η πολιτική της«αποσταλινοποίησης» και των λαθεμένων, οπορτουνιστικών αντιλήψεων σχετικά με την πορεία οικοδόμησης του σοσιαλισμού που εισήγαγε η ηγεσία Χρουστσόφ μετά το 1956 επέδρασαν καίρια στην αντίληψη του Γκεβάρα για την επανάσταση και τον σοσιαλισμό.
Ένας εκ των βιογράφων του Γκεβάρα, ο μεξικανός πολιτικός Χόρχε Καστανέδα, γράφει σχετικά (προσθέτοντας και λίγη αντικομμουνιστική σάλσα): «Ο Γκεβάρα έγινε σταλινικός σε μια περίοδο που χιλιάδες νέοι άρχισαν να δυσανασχετούν με την επίσημη εκδοχή του “Κομμουνισμού”. Απέρριπτε ως «ιμπεριαλιστική προπαγάνδα» το λόγο του Χρουστσόφ το 1956 που κατάδικαζε τα εγκλήματα του Στάλιν, ενώ υποστήριξε την ρωσική παρέμβαση στην Ουγγαρία που συνέτριψε την εργατική ανταρσία στη χώρα την ίδια χρονιά» (Χ.Καστανέδα, The life and death of Che Guevara, 1997).
Τέσσερα χρόνια μετά την αρχή της περίφημης «αποσταλινοποίησης», το Νοέμβρη του 1960, ο Γκεβάρα επισκέπτονταν τη Μόσχα ως εκπρόσωπος της κουβανικής κυβέρνησης. Παρά τις παραινέσεις του τότε κουβανού πρέσβη, ο Τσε επέμεινε στην κατάθεση στεφάνου στον τάφο του Στάλιν, στα τείχη του Κρεμλίνου.
Ο Ερνέστο Τσε Γκεβάρα εκτιμούσε βαθιά τον ηγέτη Ιωσήφ Στάλιν και την συμβολή του στην σοσιαλιστική οικοδόμηση. Και αυτό διότι, όπως ο ίδιος έλεγε, «πρέπει να μελετήσεις τον Στάλιν στο ιστορικό πλαίσιο που κινήθηκε […] στα συγκεκριμένα ιστορικά όρια». Αυτό το ιστορικό πλαίσιο και οι εξαιρετικά αντίξοες κοινωνικο-οικονομικές και πολιτικές συνθήκες στις οποίες έδρασε ο Ι.Στάλιν αποσιωπούνται απ’ τους θιασώτες του αντισταλινισμού. Αποσιωπάται το γεγονός ότι η πορεία οικοδόμησης του σοσιαλισμού στην ΕΣΣΔ γίνονταν σε ένα πλαίσιο οξύτατης διαπάλης, με πληθώρα εσωτερικών και εξωτερικών απειλών (ιμπεριαλιστική περικύκλωση), με μια γιγαντιαία προσπάθεια εκβιομηχάνισης που αντιμετώπιζε αντιδράσεις και εκτεταμένα σαμποτάζ, με την πάλη για την κολλεκτιβοποίηση να συναντά την μεγάλη αντίδραση των κουλάκων.
Ο Ι. Στάλιν, ως φυσιογνωμία και ηγετική προσωπικότητα, αποτέλεσε προϊόν της δράσης των λαϊκών μαζών σε ένα δεδομένο ιστορικό πλαίσιο. Και ως τέτοια προσωπικότητα, ο Στάλιν καθοδήγησε για 30 συναπτά έτη το Κόμμα των μπολσεβίκων και το λαό της Σοβιετικής Ένωσης, πατώντας στην στέρεα ιδεολογική κληρονομιά του Λένιν. Αυτό, ένας πραγματικός κομμουνιστής, ένας επαναστάτης στην σκέψη και- κυρίως- στην πράξη όπως ο Ερνέστο Γκεβάρα ήταν επομένο να το αναγνωρίσει και να το εκτιμήσει.