Βασίλης Γεωργιάδης : Ένας από τους λίγους Έλληνες σκηνοθέτες, που ενώ επέλεξε να παραμείνει αυτόνομος, μακριά από τα μεγάλα στούντιο της εποχής, δημιούργησε ταινίες που ξεχώρισαν παγκοσμίως.
Απλότητα, ήθος, τελειομανία, ήταν τα χαρακτηριστικά που του προσδίδουν όσοι τον γνώρισαν καλά. Στοιχεία που μετέφερε και στη δουλιά του, η οποία του απέφερε τη γενική αναγνώριση στην Ελλάδα και το εξωτερικό, συνοδευόμενη από βραβεία και υποψηφιότητες για βραβεία, αλλά που κυρίως του χάρισε την αποδοχή του κόσμου, του τελικού αποδέκτη και, ουσιαστικά, του «σκληρού» κριτή.
Ο Βασίλης Γεωργιάδης γεννήθηκε το 1921 στα Δαρδανέλια της Μ. Ασίας. Με τη μικρασιατική καταστροφή του '22, έρχεται με την οικογένειά του στο Ξυλόκαστρο.
Αργότερα, στην Αθήνα, συνήθιζε να συχνάζει στο μπαρ του κινηματογράφου «Σταρ» της οδού Αγίου Κωνσταντίνου και να βλέπει αδιάλειπτα τις ταινίες που προβάλλονταν εκεί. Στον ίδιο χώρο έτυχε να διαβάσει στην εφημερίδα για την ίδρυση της Ακαδημίας Κινηματογραφικών Σπουδών την οποία διηύθυνε ο ελληνοαμερικανός Ορφέας Καραβίας. Χωρίς δεύτερη σκέψη αποφάσισε να εγγραφεί και να παρακολουθήσει τα μαθήματα σκηνοθεσίας. Γρήγορα όμως απογοητεύτηκε από την ποιότητα των σπουδών και ίσως να τα παρατούσε αν δεν ερχόταν σε επαφή με το μοντάζ, που τον γοήτευσε και έγινε αιτία να ολοκληρώσει τις σπουδές του στη Σχολή. Σπουδές που κράτησαν μόνο για ένα χρόνο, γιατί τόσο διήρκεσε και η ζωή της ακαδημίας.
Αφού έκανε και τη θητεία του στο στρατό, αποφάσισε να μην δώσει εξετάσεις για το δίπλωμα των Πολιτικών Επιστημών, γιατί είχε συνειδητοποιήσει πως ήθελε να ασχοληθεί με τον κινηματογράφο. Τα πράγματα όμως δεν ήταν εύκολα, γι' αυτό παρακολούθησε μια σχολή υγειονομικών και στη συνέχεια εργάστηκε για ένα χρόνο ως υγειονομικός υπάλληλος στο Ξυλόκαστρο. Παράλληλα εργαζόταν, όποτε αυτό ήταν εφικτό, ως βοηθός σκηνοθέτη.
Το 1948 ήρθε σε επαφή με τα στούντιο της Φίνος Φιλμ και λίγο αργότερα ο Νίκος Τσιφόρος τον έκανε βοηθό του. Έξι χρόνια μετά, και ενώ ήταν βοηθός του Ντίνου Δημόπουλου στον «Αγαπητικό της βοσκοπούλας», άρχισε να γυρίζει την πρώτη του ταινία. «Οι άσοι των γηπέδων», σε σενάριο του Ιάκωβου Καμπανέλη, γυρίζονταν επί δύο χρόνια, λόγω οικονομικών δυσχερειών, αλλά όταν η ταινία προβλήθηκε στους κινηματογράφους έκανε μεγάλη καλλιτεχνική επιτυχία.
Θα εξαφανιστεί σιγά-σιγά από την παραγωγή, πληρώνοντας ίσως το γεγονός πως παρέμεινε ανεξάρτητος από τις μεγάλες κινηματογραφικές εταιρείες (αν και συνεργάστηκε με όλες). Το 1991 του δόθηκε η θέση του συμβούλου κινηματογράφου στο υπουργείο πολιτισμού και το 1999 στο φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, τιμήθηκε για το σύνολο του έργου του, σε μια πολύ συγκινητική τελετή. Πέθανε στις 30 Απριλίου του 2000, ανήμερα του Πάσχα, στις 10 π.μ., στην Πλάκα σε ηλικία 79 ετών.
Η ΦΙΛΜΟΓΡΑΦΙΑ και το ΕΡΓΟ του
Το έργο του ξεκινάει το 1951 σαν ΒΟΗΘΟΣ ΣΚΗΝΟΘΕΤΗ στα εξής έργα:
"ΤΟ ΠΑΙΔΙ ΜΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΖΗΣΕΙ" 1951
"ΝΕΚΡΗ ΠΟΛΙΤΕΙΑ" 1951
"ΧΑΡΟΥΜΕΝΟ ΞΕΚΙΝΗΜΑ" 1954
"ΤΟ ΠΟΝΤΙΚΑΚΙ" 1954
"ΑΝΟΙΧΤΗ ΘΑΛΑΣΣΑ" 1954
"ΜΑΓΙΚΗ ΠΟΛΗ" 1954
Δούλεψε δίπλα στους ΦΡΙΞΟ ΗΛΙΑΔΗ, ΝΙΚΟ ΤΣΙΦΟΡΟ, ΝΤΙΝΟ ΔΗΜΟΠΟΥΛΟ, ΤΑΣΟ ΜΕΛΕΤΟΠΟΥΛΟ και τον μεγάλο ΝΙΚΟ ΚΟΥΝΔΟΥΡΟ στη "ΜΑΓΙΚΗ ΠΟΛΗ"
Σαν ΣΚΗΝΟΘΕΤΗΣ ξεκινάει το 1956 με μια σειρά από ταινίες, ανάμεσα στις οποίες έχουμε κλασικά Κινηματογραφικά ΑΡΙΣΤΟΥΡΓΗΜΑΤΑ με ΔΙΕΘΝΗ ΕΠΙΤΥΧΙΑ και ΑΠΗΧΗΣΗ
"ΟΙ ΑΣΣΟΙ ΤΟΥ ΓΗΠΕΔΟΥ" 1956
"ΠΕΡΙΠΛΑΝΩΜΕΝΟΙ ΙΔΟΥΔΑΙΟΙ" 1959
"ΚΡΥΣΤΑΛΛΩ" 1959
"ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ Ο ΑΔΙΚΗΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΖΩΗΣ" 1959
"ΔΙΑΚΟΠΕΣ ΣΤΗΝ ΚΟΛΟΠΕΤΙΝΙΤΣΑ" 1959
"ΦΛΟΓΕΡΑ ΚΑΙ ΑΙΜΑ" 1961
"Η ΚΑΤΑΡΑ ΤΗΣ ΜΑΝΑΣ" 1961
"ΟΡΓΗ" 1962
"ΜΗΝ ΕΡΩΤΕΥΕΣΑΙ ΤΟ ΣΑΒΒΑΤΟ" 1962
"ΡΑΝΤΕΒΟΥ ΜΕ ΜΙΑΝ ΑΓΝΩΣΤΗ" 1968
"ΚΟΡΙΤΣΙΑ ΣΤΟΝ ΗΛΙΟ" 1968
"Ο ΜΠΛΟΦΑΤΖΗΣ" 1969
"ΑΓΑΠΗ ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ" 1970
"ΕΚΕΙΝΟ ΤΟ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ" 1971 ΒΡΑΒΕΙΟ ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
"ΣΥΝΟΜΩΣΙΑ ΣΤΗ ΜΕΣΟΓΕΙΟ" 1975
Ο ΒΑΣΙΛΗΣ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ ΣΚΗΝΟΘΕΤΕΙ ΑΘΑΝΑΤΕΣ ΣΕΙΡΕΣ για την ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΤΗΛΕΟΡΑΣΗ
Τη δεκαετία του '70 εγκατέλειψε τον κινηματογράφο - τουλάχιστον σαν σκηνοθέτης - και στράφηκε στην τηλεόραση, γράφοντας «χρυσές» σελίδες στην ΕΡΤ, με τηλεοπτικές σειρές - «σταθμούς» για την εγχώρια παραγωγή, όπως «Ο Χριστός ξανασταυρώνεται»,«Γιούγκερμαν»,«Οι Πανθέοι»,"Συνταγματάρχης Λιάπκιν","Μαρία Πάρνη"
Έκτοτε θα εξαφανιστεί, ακολουθώντας την «πεπατημένη» και άλλων ταλαντούχων αυτής της χώρας, που δεν «εννοούν» να κάνουν εκπτώσεις στην αισθητική και τις αρχές τους χάριν μιας επιτυχίας που παραπέμπει στην «αρπαχτή».
Σύμφωνα με τον Γιώργο Μυλωνά, πρόεδρο του Οργανισμού Συλλογικής Διαχείρισης Δημιουργών Οπτικοακουστικών και Θεατρικών Εργων και φίλου του σκηνοθέτη, ούτε το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου, ούτε τα τηλεοπτικά κανάλια έδωσαν δημιουργικές ευκαιρίες στον σκηνοθέτη.
Οι πόρτες ήταν «απλά» κλειστές. Αυτή η αδιαφορία επιχειρήθηκε να «εξαργυρωθεί» σε ένα Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, όπου ήταν το τιμώμενο πρόσωπο.
Αλλά ο «γερόλυκος» του ελληνικού κινηματογράφου φαίνεται πως δεν ήθελε να αποτελέσει «άλλοθι» για κανέναν και ...έφυγε από το Φεστιβάλ αθόρυβα, όπως και ζούσε, αφήνοντας ένα μάλλον πικρό σημείωμα, με το οποίο ευχαριστούσε για την αναγνώριση της δουλιάς του...
Αναλόγως μπορεί να εκληφθεί - δηλαδή σαν άλλοθι μιας κυνικής εξουσίας - η θέση του συμβούλου Κινηματογράφου στο υπουργείο Πολιτισμού το 1991.
«Εχω βαρεθεί να με φωνάζουν δάσκαλο και να μου δίνουν κύπελλα και κανείς να μη με φωνάζει για δουλιά», εκμυστηρεύτηκε στον Γ. Μυλωνά...
Απλότητα, ήθος, τελειομανία, ήταν τα χαρακτηριστικά που του προσδίδουν όσοι τον γνώρισαν καλά. Στοιχεία που μετέφερε και στη δουλιά του, η οποία του απέφερε τη γενική αναγνώριση στην Ελλάδα και το εξωτερικό, συνοδευόμενη από βραβεία και υποψηφιότητες για βραβεία, αλλά που κυρίως του χάρισε την αποδοχή του κόσμου, του τελικού αποδέκτη και, ουσιαστικά, του «σκληρού» κριτή.
Ο Βασίλης Γεωργιάδης γεννήθηκε το 1921 στα Δαρδανέλια της Μ. Ασίας. Με τη μικρασιατική καταστροφή του '22, έρχεται με την οικογένειά του στο Ξυλόκαστρο.
Αργότερα, στην Αθήνα, συνήθιζε να συχνάζει στο μπαρ του κινηματογράφου «Σταρ» της οδού Αγίου Κωνσταντίνου και να βλέπει αδιάλειπτα τις ταινίες που προβάλλονταν εκεί. Στον ίδιο χώρο έτυχε να διαβάσει στην εφημερίδα για την ίδρυση της Ακαδημίας Κινηματογραφικών Σπουδών την οποία διηύθυνε ο ελληνοαμερικανός Ορφέας Καραβίας. Χωρίς δεύτερη σκέψη αποφάσισε να εγγραφεί και να παρακολουθήσει τα μαθήματα σκηνοθεσίας. Γρήγορα όμως απογοητεύτηκε από την ποιότητα των σπουδών και ίσως να τα παρατούσε αν δεν ερχόταν σε επαφή με το μοντάζ, που τον γοήτευσε και έγινε αιτία να ολοκληρώσει τις σπουδές του στη Σχολή. Σπουδές που κράτησαν μόνο για ένα χρόνο, γιατί τόσο διήρκεσε και η ζωή της ακαδημίας.
Αφού έκανε και τη θητεία του στο στρατό, αποφάσισε να μην δώσει εξετάσεις για το δίπλωμα των Πολιτικών Επιστημών, γιατί είχε συνειδητοποιήσει πως ήθελε να ασχοληθεί με τον κινηματογράφο. Τα πράγματα όμως δεν ήταν εύκολα, γι' αυτό παρακολούθησε μια σχολή υγειονομικών και στη συνέχεια εργάστηκε για ένα χρόνο ως υγειονομικός υπάλληλος στο Ξυλόκαστρο. Παράλληλα εργαζόταν, όποτε αυτό ήταν εφικτό, ως βοηθός σκηνοθέτη.
Το 1948 ήρθε σε επαφή με τα στούντιο της Φίνος Φιλμ και λίγο αργότερα ο Νίκος Τσιφόρος τον έκανε βοηθό του. Έξι χρόνια μετά, και ενώ ήταν βοηθός του Ντίνου Δημόπουλου στον «Αγαπητικό της βοσκοπούλας», άρχισε να γυρίζει την πρώτη του ταινία. «Οι άσοι των γηπέδων», σε σενάριο του Ιάκωβου Καμπανέλη, γυρίζονταν επί δύο χρόνια, λόγω οικονομικών δυσχερειών, αλλά όταν η ταινία προβλήθηκε στους κινηματογράφους έκανε μεγάλη καλλιτεχνική επιτυχία.
Θα εξαφανιστεί σιγά-σιγά από την παραγωγή, πληρώνοντας ίσως το γεγονός πως παρέμεινε ανεξάρτητος από τις μεγάλες κινηματογραφικές εταιρείες (αν και συνεργάστηκε με όλες). Το 1991 του δόθηκε η θέση του συμβούλου κινηματογράφου στο υπουργείο πολιτισμού και το 1999 στο φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, τιμήθηκε για το σύνολο του έργου του, σε μια πολύ συγκινητική τελετή. Πέθανε στις 30 Απριλίου του 2000, ανήμερα του Πάσχα, στις 10 π.μ., στην Πλάκα σε ηλικία 79 ετών.
Η ΦΙΛΜΟΓΡΑΦΙΑ και το ΕΡΓΟ του
Το έργο του ξεκινάει το 1951 σαν ΒΟΗΘΟΣ ΣΚΗΝΟΘΕΤΗ στα εξής έργα:
"ΤΟ ΠΑΙΔΙ ΜΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΖΗΣΕΙ" 1951
"ΝΕΚΡΗ ΠΟΛΙΤΕΙΑ" 1951
"ΧΑΡΟΥΜΕΝΟ ΞΕΚΙΝΗΜΑ" 1954
"ΤΟ ΠΟΝΤΙΚΑΚΙ" 1954
"ΑΝΟΙΧΤΗ ΘΑΛΑΣΣΑ" 1954
"ΜΑΓΙΚΗ ΠΟΛΗ" 1954
Δούλεψε δίπλα στους ΦΡΙΞΟ ΗΛΙΑΔΗ, ΝΙΚΟ ΤΣΙΦΟΡΟ, ΝΤΙΝΟ ΔΗΜΟΠΟΥΛΟ, ΤΑΣΟ ΜΕΛΕΤΟΠΟΥΛΟ και τον μεγάλο ΝΙΚΟ ΚΟΥΝΔΟΥΡΟ στη "ΜΑΓΙΚΗ ΠΟΛΗ"
Σαν ΣΚΗΝΟΘΕΤΗΣ ξεκινάει το 1956 με μια σειρά από ταινίες, ανάμεσα στις οποίες έχουμε κλασικά Κινηματογραφικά ΑΡΙΣΤΟΥΡΓΗΜΑΤΑ με ΔΙΕΘΝΗ ΕΠΙΤΥΧΙΑ και ΑΠΗΧΗΣΗ
"ΟΙ ΑΣΣΟΙ ΤΟΥ ΓΗΠΕΔΟΥ" 1956
"ΠΕΡΙΠΛΑΝΩΜΕΝΟΙ ΙΔΟΥΔΑΙΟΙ" 1959
"ΚΡΥΣΤΑΛΛΩ" 1959
"ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ Ο ΑΔΙΚΗΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΖΩΗΣ" 1959
"ΔΙΑΚΟΠΕΣ ΣΤΗΝ ΚΟΛΟΠΕΤΙΝΙΤΣΑ" 1959
"ΦΛΟΓΕΡΑ ΚΑΙ ΑΙΜΑ" 1961
"Η ΚΑΤΑΡΑ ΤΗΣ ΜΑΝΑΣ" 1961
"ΟΡΓΗ" 1962
"ΜΗΝ ΕΡΩΤΕΥΕΣΑΙ ΤΟ ΣΑΒΒΑΤΟ" 1962
- "ΤΑ ΚΟΚΚΙΝΑ ΦΑΝΑΡΙΑ" 1964 ΥΠΟΨΗΦΙΟ OSCAR ΚΑΛΥΤΕΡΗΣ ΞΕΝΗΣ ΤΑΙΝΙΑΣ
- "ΤΟ ΧΩΜΑ ΒΑΦΤΗΚΕ ΚΟΚΚΙΝΟ" 1966 ΥΠΟΨΗΦΙΟ OSCAR ΚΑΛΥΤΕΡΗΣ ΞΕΝΗΣ ΤΑΙΝΙΑΣ
"ΡΑΝΤΕΒΟΥ ΜΕ ΜΙΑΝ ΑΓΝΩΣΤΗ" 1968
"ΚΟΡΙΤΣΙΑ ΣΤΟΝ ΗΛΙΟ" 1968
"Ο ΜΠΛΟΦΑΤΖΗΣ" 1969
"ΑΓΑΠΗ ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ" 1970
"ΕΚΕΙΝΟ ΤΟ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ" 1971 ΒΡΑΒΕΙΟ ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
"ΣΥΝΟΜΩΣΙΑ ΣΤΗ ΜΕΣΟΓΕΙΟ" 1975
Ο ΒΑΣΙΛΗΣ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ ΣΚΗΝΟΘΕΤΕΙ ΑΘΑΝΑΤΕΣ ΣΕΙΡΕΣ για την ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΤΗΛΕΟΡΑΣΗ
Τη δεκαετία του '70 εγκατέλειψε τον κινηματογράφο - τουλάχιστον σαν σκηνοθέτης - και στράφηκε στην τηλεόραση, γράφοντας «χρυσές» σελίδες στην ΕΡΤ, με τηλεοπτικές σειρές - «σταθμούς» για την εγχώρια παραγωγή, όπως «Ο Χριστός ξανασταυρώνεται»,«Γιούγκερμαν»,«Οι Πανθέοι»,"Συνταγματάρχης Λιάπκιν","Μαρία Πάρνη"
Έκτοτε θα εξαφανιστεί, ακολουθώντας την «πεπατημένη» και άλλων ταλαντούχων αυτής της χώρας, που δεν «εννοούν» να κάνουν εκπτώσεις στην αισθητική και τις αρχές τους χάριν μιας επιτυχίας που παραπέμπει στην «αρπαχτή».
Σύμφωνα με τον Γιώργο Μυλωνά, πρόεδρο του Οργανισμού Συλλογικής Διαχείρισης Δημιουργών Οπτικοακουστικών και Θεατρικών Εργων και φίλου του σκηνοθέτη, ούτε το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου, ούτε τα τηλεοπτικά κανάλια έδωσαν δημιουργικές ευκαιρίες στον σκηνοθέτη.
Οι πόρτες ήταν «απλά» κλειστές. Αυτή η αδιαφορία επιχειρήθηκε να «εξαργυρωθεί» σε ένα Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, όπου ήταν το τιμώμενο πρόσωπο.
Αλλά ο «γερόλυκος» του ελληνικού κινηματογράφου φαίνεται πως δεν ήθελε να αποτελέσει «άλλοθι» για κανέναν και ...έφυγε από το Φεστιβάλ αθόρυβα, όπως και ζούσε, αφήνοντας ένα μάλλον πικρό σημείωμα, με το οποίο ευχαριστούσε για την αναγνώριση της δουλιάς του...
Αναλόγως μπορεί να εκληφθεί - δηλαδή σαν άλλοθι μιας κυνικής εξουσίας - η θέση του συμβούλου Κινηματογράφου στο υπουργείο Πολιτισμού το 1991.
«Εχω βαρεθεί να με φωνάζουν δάσκαλο και να μου δίνουν κύπελλα και κανείς να μη με φωνάζει για δουλιά», εκμυστηρεύτηκε στον Γ. Μυλωνά...